Επιστολή στον Φωκά

Επιστολή στον Φωκά

Γειά σου Φωκά,

Αυτή θα είναι μια πραγματική επιστολή. Κι όχι κάποιο αράδιασμα από έξυπνα (;) στιχάκια. Όχι οτι κι αυτά δεν έχουν τη γοητεία τους ή δεν βοηθούν, βέβαια.

Γράφω σε σένα, γιατί εσύ είσαι ποιητής. Κι οι ποιητές όλα τ’αντέχουν.
Αφουγκράζεσαι τον κόσμο…ξέρεις. Στα έχω ξαναπεί αυτά, εκείνο το δύσκολο πρωί του Αυγούστου.
Γράφω σε σένα γιατί εσύ ξέρεις πως τα λόγια, η μουσική και τα χάδια είναι για να μοιράζονται.

Λοιπόν, τον ανέβηκα το βράχο, Φωκά. Εκείνον που είχες ανέβει κι εσύ, που τρόμαζε την κοπέλα, και που το σκαρφάλωμα φαινόταν αχρείαστο και κουτό για το υπόλοιπο κοινό σου. Ανέβηκα, κι έγδαρα κι εγώ χέρια και πόδια. Κι έπειτα κοίταξα κάτω…
Και φοβήθηκα ρε.
Βλέπω ανθρώπους που αγαπώ να υποφέρουν απο τις ενοχές, τους φόβους και τα άρρωστα πάθη, που δεν τους επέτρεψαν ούτε να πάνε μπροστά, ούτε και να ξεχάσουν όμως. Παρά τους άφησαν να υποφέρουν, μουδιασμένοι και καταδικασμένοι απλώς να χαζεύουν τη ζωή να περνάει έξω από το σπίτι τους. Εκλογίκευση και αποσυναισθηματικοποίηση μέχρι εκεί που τραβάει το μάτι…

Πώς θα τα βγάλουμε πέρα εδώ, Φωκά;
Γονείς που έσφαλαν εκατό φορές και δεν ζήτησαν συγγνώμη μία. Τους μισούς, τους έσωσε η απέραντη αγάπη για τα παιδιά τους, λίγο πριν το τέλος. Τους άλλους μισούς δεν τους έσωσε τίποτα. Και κάπως έτσι, γίναν και τα παιδιά μισά. Φοβισμένα κι εγκλωβισμένα εγγενώς.

Η αγάπη θα έπρεπε να ζεσταίνει τις καρδιές όλων, Φωκά. Αλλά απορώ… Φαίνεται οτι κανείς δεν καταλαβαίνει πως η αγάπη είναι ένας δύσκολος αγώνας, και η φωτίτσα θέλει πάντα φροντίδα για να μη σβήσει.

Όλοι θα έπρεπε να είμαστε έτοιμοι για την αγάπη, Φωκά. Όλος ο αγώνας μας για χάρη της να ήταν. Όλη η ενέργειά μας εκεί θα έπρεπε να πηγαίνει. Αν όλα Ένα, Φωκά, ίσως αυτό το Ένα να είναι η αγάπη.

Όμως όλα είναι δρόμος, Φωκά.
Κι εμείς θα τον βαδίσουμε με το κεφάλι ψηλά
την καρδιά γεμάτη
και τα χέρια πάντα ανοιχτά.
Έτοιμοι να τα χάσουμε όλα
Και θα τα χάσουμε όλα.
Και θα πεθάνουμε νωρίς, γιατί ποτέ τίποτα δε θα μας αρκεί.
Και ό,τι βρίσκουμε στο δρόμο μας, θα το κάνουμε τραγούδι.
Και όταν μας ακούνε να τραγουδάμε, θα νιώθουν οτι λέμε αλήθεια.
Γιατί θα λέμε.

Όσο για τη γλώσσα, Φωκά, επειδή κι εκεί μοιραζόμαστε μια κοινή αγάπη οι δυό μας… Εγώ αγαπώ τις δομές της γλώσσας. Να βλέπω το σύστημα να ορθώνεται μπροστά στα μάτια μου, να οριοθετεί, και να χαλιναγωγεί το χάος μέσα μου. Μόνο που το νόημα, το βρίσκω όταν παίρνεις εσύ τις δομές και τις κάνεις θρύψαλα.
Τότε δε νιώθω ούτε γαλήνη, ούτε ανακούφιση.
Αλλά νιώθω Ζωή.

Ανακατεύτηκαν οι σκέψεις μου, Φωκά. Δεν σε πειράζει φαντάζομαι. Θα το’ θελα να ήμουν λιγότερο συγκεχυμένη ενίοτε. Όπως κι εσύ θα το ήθελες.

Θα’ θελα να’ μουν συμπαγής
κι από τα έγκατα της Γης
να εκτοξεύομαι ψηλά
και παραπέρα

Αλλά δεν είμαι συμπαγής. Ούτε εσύ είσαι.
Είμαι αέρας και νερό.
Ξυλαράκι στη θάλασσα.

 

Είμαι θάλασσα.

M.

 

Υ.Γ( προς τους αναγνώστες): Το Μ. είναι από το Μπιζέλι, κι όχι από το Μαρία. Όχι οτι ενδιαφέρει κανέναν, αλλά φτάνει ο καιρός που χρειάζεται να πεις τα πράγματα με τ’ όνομά τους.

 

Η φωτογραφία είναι του αδερφού μου, τραβηγμένη λίγο πριν ή λίγο μετά τη δουλειά κάπου στη Ναύπακτο.

Author

Η Σόφι είναι ένα κορίτσι που διαβάζει, γράφει, τραγουδάει και μαθαίνει πιάνο σε παιδιά. Θα ήθελε να είχε σπουδάσει φυσική και μια μέρα να ξυπνήσει έχοντας διαβάσει όλη την φιλοσοφία, χωρίς τον κόπο.