Ό,τι πεθαίνει δυο φορές

Ό,τι πεθαίνει δυο φορές

Από καιρό και μάνα αφημένο

απ` άκρη ως άκρη έχει τώρα πια σκουριάσει

τ’ άτυχου νέου το θαμπό εικονοστάσι

 

Πλάι στη στροφή, μνεία απωλείας

διαβάτες ραίνει με άοσμη συνοδεία

ακόμη μία ολισθηρή πανωλεθρία

 

Ίσως να είχε φταίξει παραδόξως

Μα ποιος ο φταίχτης τώρα πια που ‘χει σκουριάσει

του άτυχου νέου το θαμπό εικονοστάσι

 

Αγαπημένων και γνωστών, απ` το μυαλό τους βγάζει

ο χρόνος  συμβουλάτορας δύσνους

τα μάτια του, και τ’ όμορφο χαμόγελό του

 

Ο πρώτος θάνατος δικός του

Ο δεύτερος γι` αυτούς

 

Φωκάς .

Author

Το "Φωκάς" του 'μεινε απ' το σχολείο. Παρ' όλα αυτά έχει γίνει τόσο δικό του, ώστε σπανίως γυρίζει το κεφάλι όταν κάποιος θα τον αποκαλέσει με το βαφτιστικό του. Είναι ένας τραγουδοποιός που είναι κοινωνικός λειτουργός, που παίζει κιθάρα, αλλά που θα 'θελε να παίζει τσέλο φορώντας κάτι ανάλαφρο, όπως για παράδειγμα σανδάλια και αμάνικες φαρδιές φανέλες μες στον Χειμώνα. Όταν κανείς δεν κοιτάει ή όταν κοιτάνε όλοι, είναι ποιητής. Κάνει παρέα με σαλιγκάρια και σκυλι(ε)ά, αλλά θα 'θελε να χει μια γάτα. Αρέσκεται στο να απαγγέλλει ποιήματα μιμούμενος τη φωνή του Εμπειρίκου και του Χριστιανόπουλου, εναλλάξ. Θα τον πετύχετε να τριγυρνάει στο Παγκράτι κρατώντας μία ναυλότσαντα Σκλαβενίτη μ' όλα του τα υπάρχοντα, σφυρίζοντας κάποιον οικείο σας σκοπό. Μην φωνάξετε "Γιώργο!", δεν θα γυρίσει...