Αχιλλέας Κυριακίδης, Έλγκαρ, είκοσι τέσσερις παραλλαγές

Ο Αχιλλέας Κυριακίδης επανέρχεται στη μικρή φόρμα, στις στιγμιαίες αφηγηματικές εκπυρσοκροτήσεις που συγγενεύουν μορφολογικά με τη «Μουσική (1995)», δίνοντας αφορμή να σκεφτούμε τη σύνδεση της γραφής με τη ρυθμικότητα της μουσικής. Λαμβάνοντας υπόψη τους τίτλους των δύο βιβλίων, δεν νομίζω ότι είναι σύμπτωση, αλλά συνειδητή απόφαση του συγγραφέα, η επιλογή της μικρής φόρμας, που βέβαια έχει εκφραστεί με ακραία μορφή στις ταχυδιηγήσεις της συλλογής Διεστραμμένες ιστορίες. Αν θέλουμε να υποστηρίξουμε το επιχείρημά μας, κι αυτό κάνουμε, ανατρέχουμε στην 23η παραλλαγή (ψ Εν αριθμώ) και μεταφέρουμε το υποστηρικτικό απόσπασμα: «Από την άλλη, σκέφτεται ο κ. Ψ, που του αρέσει να συλλογίζεται κάτι τέτοια, δεν πρέπει να διέπεται και η λογοτεχνία από τους νόμους της μουσικής, δηλαδή τους νόμους του ρυθμού, δηλαδή των μαθηματικών;». Συμπληρώνοντας τη σκέψη μας, διακρίνουμε σ’ αυτό το μικροδιήγημα αυτοβιογραφικά ίχνη, τουλάχιστον όσον αφορά την τροπικότητα της γραφής. Ως αποτέλεσμα της καταληκτικής πρότασης του μικροδιηγήματος έχουμε, νομίζω, την αιτία της μορφικής αποτύπωσης των μικροιστοριών. 

Ένα από τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της αφηγηματικής ικανότητας του Αχιλλέα Κυριακίδη, που εδώ βρίσκουν την αφηγηματική κορύφωσή τους, είναι η ακρίβεια και η λιτότητα της γραφής. Για την εγκυρότητα της θέσης μας συμβουλευόμαστε την άποψη του Αριστοτέλη Σαΐνη στο εκτεταμένο επίμετρο της συλλογής διηγημάτων Τεχνητές αναπνοές και άλλα πεζά της πόλεως (2003-2010), όπου αναφέρεται μεταξύ των άλλων στον μινιμαλισμό και την ακρίβεια της γραφής του Κυριακίδη.

Το ενδιαφέρον και η πρωτοτυπία των μικροδιηγημάτων εντοπίζεται στην εστίαση της αφήγησης, όπου ο αφηγηματικός φακός ζουμάρει στην κορυφαία πράξη του δράματος αφήνοντας εκτός πλάνου τις αιτίες και αφορμές που οδηγούν στις αποφάσεις των πρωταγωνιστών της ιστορίας. Υποστηρικτικό της άποψής μου, η 4η παραλλαγή (δ grave). Δεν χρειάζεται να αναφέρω άλλα παραδείγματα για να υποστηρίξω τη θέση μου. Ο αναγνώστης μπορεί να διερευνήσει τη σκέψη μου σε άλλες παραλλαγές του βιβλίου, να υιοθετήσει ή να απορρίψει την άποψή μου.

Στα έξοχα μεθυστικά αφηγηματικά σφηνάκια, πέρα από τις διακειμενικές, κινηματογραφικές και μουσικές αναφορές του Αχιλλέα Κυριακίδη, τη μνήμη, τη μουσική, τα όνειρα, τις μπορχικές αντηχήσεις —βασικά γνωρίσματα των μυθοπλαστικών του αναζητήσεων—, προσθέτουμε τη θεματική διεύρυνση. Για να μη φανεί η άποψή μου αυθαίρετη και ατεκμηρίωτη, αναφέρω την 2η παραλλαγή (β Εγκάρδια), την 3η παραλλαγή (γ Άνθρωπος στο παγκάκι), και την 5η παραλλαγή (ε Ακροατής) ως χαρακτηριστικά παραδείγματα. Υπάρχουν βέβαια κι άλλες παραλλαγές μικροϊστοριών που θα μπορούσαν να υποστηρίξουν την άποψή μου, αλλά ας αφήσουμε τον αναγνώστη να τις αναγνωρίσει, εφόσον θέλουμε να συμφωνήσει ή να διαφωνήσει με το υπό αμφισβήτηση συμπέρασμά μου.

Πέρα από τη θεματική διεύρυνση της αφηγηματικής στόχευσης του Αχιλλέα Κυριακίδη, έχουμε και ψήγματα υφολογικής εκδοχής της πραγματικότητας. Γίνεται, τολμώ να πω, λυρικός, έστω ως ερωτικό σπάραγμα, στην 6η παραλλαγή (Μέλλων αόριστος), ακόμα και παραληρηματικός, στην 24η παραλλαγή (ω(και Α). 

Οι αφηγηματικές παραλλαγές του βιβλίου αναφέρονται στο αναπόφευκτο τέλος της ζωής, την εξοικείωση με το παρελθόν, την αποξένωση, την ανάγκη για επικοινωνία, την επιστροφή σε οικείους τόπους, την απαλλαγή από την εξάρτηση της μικρής φόρμας και την ανάγκη σύνθεσης της μεγάλης αφήγησης (εδώ το αυτοβιογραφικό στοιχείο φαίνεται περισσότερο ορατό από οποιαδήποτε άλλη παραλλαγή), τα σωματικά και ψυχικά σημάδια του χρόνου στο σώμα και η εξάλειψή τους —έστω ως αντικατοπτριζόμενου σώματος—, η αυτοχειρία, η διαχείριση του επικείμενου θανάτου, η ανατροπή των βεβαιοτήτων, το ανυπεράσπιστο σώμα παραδομένο στην αρρώστια, η αποξένωση και η μοναξιά προς την τελειοποίησή της ως τα έσχατα, η επιθυμία για τον ανύπαρκτο έρωτα, η απαλλαγή από τη γραμμική ζωή, έστω στο βιράζ, λίγο πριν από την τελική ευθεία.

Όλες αυτές οι μυθοπλαστικές αντηχήσεις της ανθρώπινης κατάστασης συγκροτούν τον αφηγηματικό κόσμο του βιβλίου και αναδεικνύονται με την απόσταση της τριτοπρόσωπης αφήγησης του εύτεχνου λόγου του Αχιλλέα Κυριακίδη, προσφέροντας τη δυνατότητα στον αναγνώστη «να κάνει τα λίγα βήματα» προς το παράθυρο της λογοτεχνικής αναπαράστασης του κόσμου, να βγάλει τα μαύρα γυαλιά της πραγματικότητας και να μεταβεί από το θεμελιώδες ερώτημα «Πώς να ζήσω;» στην ερώτηση «Τι βλέπουμε;».

ΣΠΥΡΟΣ ΠΑΥΛΟΥ

ΑΛΛΕΣ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ

Paul Verlaine, Κρόνια ποιήματα [Poèmes Saturniens (1866)]

Μετάφραση: Πέτρος Φωκιανός     Marco Μαρκό Quand Marco passait, tous les jeunes hommes Όταν...

Έφη Αρμένη, Τρία Ποιήματα

Δικαίωμα να κολλήσω όπως το σαλιγκάρι πάνω στον τοίχο να κρύψω τις...

Λικέρ Μπανάνα

Για το επόμενο δίωρο ο καθένας θα κοιτάει αμήχανα...

Το άξιον Nestea

ΣΚΗΝΗ ΕΞΩΤ. ΟΔΟΣ ΣΤΑΔΙΟΥ, ΜΕΣΗΜΕΡΙ Πανοραμικό πλάνο της οδού Σταδίου από...