Σημαίες υψώνονται, ανεμίζουν, επιβάλλονται, παπούτσια και στολές γυαλίζονται, ξεσκονίζονται, σπαθιά απαστράπτοντα ακονίζονται, θεσμικές επιτροπές συστήνονται, συνέδρια, ημερίδες και συμπόσια οργανώνονται, με δηλώσεις και φυσική παρουσία οι Ευρωπαίοι ηγέτες υμνούν την ιστορία της ελεύθερης Ελλάδας, αποτίουν φόρο τιμής στο νεοελληνικό κράτος. 200 χρόνια από την επανάσταση, μια επετειακή φρενίτιδα κατακλύζει την οικουμένη, όλα για να μας θυμίσουν κάτι που πολλοί τείνουμε να ξεχνάμε: ότι τα πάντα επαναλαμβάνονται όπως τα ζήσαμε ήδη – και μεις οφείλουμε να τιμούμε, όχι κάποια επέτειο, αλλά τον μύθο της αιώνιας επιστροφής μας, το κυριότερο δίδαγμα της οποίας είναι ότι η βία ήταν, είναι και θα είναι ένα είδος ανεστραμμένης προσευχής.[1] Γιατί αυτή η ένταση όμως για τα 200, τα 100 ή τα 50 χρόνια, και όχι για τα 182, τα 134 ή τα 199; Γιατί αυτή η λόξα με τις στρογγυλές επετείους; Γιατί μας προκαλεί τέτοια έλξη το μηδέν; Έχει η μνήμη, άραγε, ανάγκη τα μηδενικά;
ΝΣ
[1] Φράση του Χένρυ Μίλερ από το δοκίμιο, Η Αισχρότητα στη Λογοτεχνία και στην Τέχνη και οι Νόμοι της Αντιμετώπισης, (μτφρ. Μαίρη Κουκουλέ, επιμ. Λεωνίδας Χρηστάκης), Αθήνα, Δελφίνι, 1993, σ. 30.