Επιστολή εξ ονόματος των απανταχού κασταρίδων που κατοικούν τον πλανήτη μας.
Η επιστολή αυτή χρίζει ιδιαίτερης προσοχής, και αυτό γιατί αφενός αποτελεί μία κατάθεση ανιδιοτελών και ευγενών συναισθημάτων και αφετέρου διότι λειτουργεί ώς ένα ιδιάζον λίβελογράφημα κατά των πανταχού πολέμιων των πιο αδικημένων εντόμων του πλανήτη. Μιλάω εξ’ ονόματος του εντόμου που, παρά το γεγονός ότι είναι ελάχιστο στην όψη, καταφέρνει να προκαλεί πολλαπλούς πανικούς, διενέξεις, εσωτερικές και εξωτερικές συγκρούσεις και πολύ τρόμο εν τη παρουσία του ή ακόμα και εν τη απουσία του. Για να αποφύγουμε τυχόν παρεξηγήσεις και παρερμηνείες, μιλάω εκπροσωπώντας τις άτυχες αυτές κατσαρίδες που επιβιώνουν στο αστικό περιβάλλον και όχι εξ’ ονόματος των ευνοημένων εκ τύχης και θεών κατσαρίδων που ζουν στα δάση του Αμαζονίου και είναι τιτάνιες στην όψη. Εκπροσωπώ λοιπόν αυτό το μαύρο εντομάκι που ζει μέσα στο βόρβορο του αστικού υπονόμου και τρώει στη μάπα όλα τα σκατά των ανθρώπων. Εύλογα μπορεί να αναρωτηθεί κάποιος ότι είναι φυσιολογικό δικαίωμα του ανθρώπου να φοβάται και να βδελύσσεται οτιδήποτε δεν ταιριάζει στην αισθητική του. Αυτό όμως που είναι εντυπωσιακό και άξιο διερεύνησης εν προκειμένω, είναι η φρενίτιδα φόβου και μίσους που πηγάζει μονάχα απ’ την εμφάνιση αυτού του εντόμου.
Ο τρόμος μπροστά στη κατσαρίδα αποτελεί μία στερεοτυπική κατασκευή, μία a priori δηλαδή άποψη για τα πράγματα, όπου εκ των προτέρων διαμορφωμένες απόψεις μεταφέρονται από γενιά σε γενιά και γίνονται δεκτές, δίχως να χρίζουν ιδιαίτερης σκέψης και προσοχής. «Αυτό είναι το τέλειο στερεότυπο: το τεκμήριο της γνησιότητάς του είναι ότι προηγείται της λογικής. Είναι μια μορφή κατανόησης, επιβάλλει έναν ορισμένο χαρακτήρα πάνω στα δεδομένα των αισθήσεων μας, προτού τα δεδομένα φτάσουν στο νου.» (Lipmann) Τρεφόμαστε σαν πεινασμένα σκυλιά από τα στερεότυπα που μάθαμε χωρίς τη δυνατότητα ανεξάρτητου στοχασμού. Εντός αυτού του φαντασιακού πλαισίου μαθαίνουμε να μισούμε και να φοβόμαστε τις κατσαρίδες και τα ποντίκια. Ένας ακόμα λόγος, για τον οποίο μένουμε τόσο συχνά προσκολλημένοι στα στερεότυπα μας, συνδέεται άρρηκτα με την οικειότητα και την ασφάλεια που αυτά μας παρέχουν. Εκεί βρίσκουμε τη γοητεία του οικείου, του φυσιολογικού, του αξιόπιστου. Γι’ αυτό κάθε διαταραχή των στερεοτύπων μοιάζει σαν επίθεση στα ίδια τα θεμέλια του μικροσκοπικού μας σύμπαντος. Το πρότυπο των στερεότυπων είναι η εγγύηση του αυτοσεβασμού μας, είναι το οχυρό της παράδοσής μας και πίσω από τις πολεμίστρες του, μπορούμε να συνεχίσουμε να αισθανόμαστε ασφαλείς.Φυσικά μπορεί να υποθέσει κάποιος ότι δίχως αυτές τις γενικεύσεις θα ήμασταν χαμένοι σε ένα χαοτικό και απροσδιόριστο σύμπαν. Παρ’ όλα αυτά, σκεπτόμενοι τα τα πράγματα με μία περισσότερο κριτική διάθεση μπορούμε να καταλάβουμε ότι τα στερεότυπα γενικότερα και ειδικότερα ο τρόμος για τις κατσαρίδες, δεν πηγάζει τόσο απ’ την ιδιαίτερη φύση τους, όσο απ’ τη φαντασιακή κατασκευή που φτιάχνουν οι άνθρωποι και όπου οι ίδιοι οι άνθρωποι φροντίζουν να διαιωνίζεται.
Η βαρετή αυτή παράγραφος αποτέλεσε την αρχή της αποδομιστικής πρόθεσής μου πάνω στην κατσαρίδεια τρομολαγνεία που διέπει το ανθρώπινο είδος. Τι είναι λοιπόν η κατσαρίδα;
Κατ’ αρχάς το μαύρο της χρώμα σε συνδυασμό με την υπόγεια κατοικία της συντελούν στην φαινομενικά αποκρουστική της εικόνα. Βεβαίως, μαύρες είναι και οι μύγες, μαύρες είναι και οι αράχνες. Οι τελευταίες είναι και δηλητηριώδεις. Κανένα όμως απ’ τα προαναφερθέντα ζωάκια-συγκριτικά τουλάχιστον με τις κατσαρίδες- δεν είναι φορέας τέτοιων μισητών διατυπώσεων και τρομοκρατημένων ανταποκρίσεων. Η κατσαρίδα μπορεί να προκαλεί διάφορες αρρώστιες αλλά σε καμία περίπτωση αυτή η επικινδυνότητα δεν συνιστά τον λόγο της φρενίτιδας που καταλαμβάνει τον άνθρωπο με το ξαφνικό αντίκρισμα της όψης της. Ο φιλόσοφος Πλίνιος αναφέρει ότι το λάδι και τα εντόσθια της κατσαρίδας είχαν θεραπευτικές ιδιότητες σε πόνο αυτιών. Στην Νοτιοανατολική Ασία την χρησιμοποιούν σαν φάρμακο ενώ σε άλλα κράτη της νοτιανατολικής Ασίας οι κατσαρίδες είναι εκλεκτός μεζές. Και πολύ πρωτεϊνούχος μάλιστα!
Ένας ακόμη τρόπος να άρουμε το άδικο κατά του συμπαθητικού κατά τ’ άλλα εντόμου είναι να προσπαθήσουμε να δούμε τη κατσαρίδα ως σύμβολο και να προβληματιστούμε πάνω στις σημασιολογικές της συνδηλώσεις. Εντός αυτής της συμβολοποίησης, διαβάζουμε το βρώμικο παιχνίδι της ειμαρμένης που καθιστά ένα υποκείμενο ανήμπορο να αμυνθεί στις επιθέσεις των δυνατότερών του. Το αβοήθητο εντομάκι που οδηγούμενο απ’ τα ένστικτα αυτοσυντήρησής του, τρυπώνει στα βρόμικα σπίτια των ανθρώπων, οι οποίοι θεωρώντας ότι απειλείται ολάκερη η αισθητική και η προσωπικότητα τους, βγάζουν το καταπιεσμένο μένος τους πάνω στο αδύναμο αυτό σώμα. Αυτό το άτυχο απ΄τη μοίρα μικροσκοπικό έντομο, που κατά τ’ άλλα κείτεται οκνηρώς στις ίδιες γειτονιές, μπορεί να γίνει εύκολα θύμα φλυαρολογίας και αβάσιμων παραπόνων, ενάντια στα οποία είναι εντελώς αδύνατον να αμυνθεί. Τις περισσότερες φορές δεν μαθαίνει τίποτα απ’ αυτά, παρά μονάχα όταν τελειώσει εξαντλημένο το ταξίδι και εφόσον έχει επιβιώσει απ’ τη κακεντρέχεια του ανθρώπινου μένους, δοκιμάζει στο ίδιο το άθλιο και χτυπημένο του σώμα τα κακά επακόλουθα, στα οποία βεβαίως δε διαφαίνονται οι αιτίες και οι αφορμές τους.
Έχει όμως ο καιρός γυρίσματα.
Ν.Σ.