Στο τζάμι αντανακλώνται είδωλα από τα φώτα που παίζουν ρυθμικά.
Με εκνευρίζει η καθυστέρηση της αντίχησης στο αριστερό αυτί μου, κάνει τους δείκτες του ρολογιού να χτυπούν δύο φορές.
Αγχωτικό να μετρά ο χρόνος διπλά, αλλά να περνά το ίδιο γρήγορα με πριν.
Παίζω πάλι με την νευρικότητα και τα νύχια μου συναντούν τα δόντια σε σημάδι αυτοϊκανοποίησης.
Τέτοια βράδια η σκόνη φαίνεται πιο προσιτή, πιο οικεία, την έριξα εγώ σε όλες τις επιφάνειες.
Κάπου είμαι κι εγώ, κομμάτια δικά μου, που πέταξα από πάνω μου και κάθισαν, μαζί με του δρόμου τη βρωμιά και του αέρα τα απομεινάρια, πάνω στα σημεία που αποφεύγω ή δεν συνηθίζω να αγγίζω.
Τα άλλα τα παρασέρνω με τις κινήσεις μου.
Τέτοιες νύχτες πάντα παρατηρώ τα μάρμαρα, και πάντα στο ίδιο σημείο βλέπω τον ίδιο χαρακτήρα με το χέρι απλωμένο.
Όλα τα άλλα αλλάζουν, παίρνουν μορφές από όλες τις γωνιές του μυαλού.
Ένα τετράγωνο μένει ίδιο.
Με το χέρι απλωμένο και με αυτό το σίγουρο χαμόγελο.
Βαγγέλης Μόσχος