Ανδρέας Μπρετονάκης (απόσπασμα από το “Αρκάνα 17”)

Ανδρέας Μπρετονάκης (απόσπασμα από το “Αρκάνα 17”)

Υπάρχει ο κραδασμός ενός άστρου πάνω απ΄ ο,τι επιχειρεί την ανθρώπινη επαφή και υπερήφανα την αποφεύγει αμέσως, όπως τα κοριτσάκια (τελευταία η κόρη των φίλων μου Arshil και Agnes Gorky έντεκα μηνών, μια τόσο αθώα νεράιδα, γυρίζει την πλάτη της με ύφος απόλυτα προσβεβλημένο όταν έκανα πως θα της πιάσω το χέρι, για να ξανάρθει με μάτια κάθε φορά πιο λαμπερά και να εκλιπαρήσει, επιστρατεύοντας όλη της τη χάρη και τη γοητεία, ο,τι απέφευγε) ή ακόμη όπως αυτές οι νυφίτσες, άλλες καφετιές, άλλες άσπρες, που είδαμε όχι μακριά από δω σ’ ένα εκτροφείο και καθώς περνούσαμε μπροστά από τα αραδιασμένα κλουβιά τους με την ίδια βιασύνη πήγαιναν να τρυπώσουν στα καταφύγιά τους, και πάλι βγαίναν από κει και μας παίρναν από πίσω για να ‘ρθουν να μας εξετάσουν από πολύ κοντά. Η ποιητική σκέψη, ασφαλώς, αναγνωρίζει μια μεγάλη πνευματική συγγένεια μ’ αυτήν την συμπεριφορά…

 

Απόσπασμα από το έργο του Andre Breton “Αρκάνα 17” σε μετάφραση του Στέφανου Ν. Κουμανούδη 

Author

Το "Φωκάς" του 'μεινε απ' το σχολείο. Παρ' όλα αυτά έχει γίνει τόσο δικό του, ώστε σπανίως γυρίζει το κεφάλι όταν κάποιος θα τον αποκαλέσει με το βαφτιστικό του. Είναι ένας τραγουδοποιός που είναι κοινωνικός λειτουργός, που παίζει κιθάρα, αλλά που θα 'θελε να παίζει τσέλο φορώντας κάτι ανάλαφρο, όπως για παράδειγμα σανδάλια και αμάνικες φαρδιές φανέλες μες στον Χειμώνα. Όταν κανείς δεν κοιτάει ή όταν κοιτάνε όλοι, είναι ποιητής. Κάνει παρέα με σαλιγκάρια και σκυλι(ε)ά, αλλά θα 'θελε να χει μια γάτα. Αρέσκεται στο να απαγγέλλει ποιήματα μιμούμενος τη φωνή του Εμπειρίκου και του Χριστιανόπουλου, εναλλάξ. Θα τον πετύχετε να τριγυρνάει στο Παγκράτι κρατώντας μία ναυλότσαντα Σκλαβενίτη μ' όλα του τα υπάρχοντα, σφυρίζοντας κάποιον οικείο σας σκοπό. Μην φωνάξετε "Γιώργο!", δεν θα γυρίσει...