Οι βουτιές μου

    […]Ἕνα μικρὸ ἐγκεφαλικὸ/

ποὺ ἔχει σβήσει γύρω ὅλη τὴ ζωὴ/

ὅλον τὸν θλιβερὸ ἀμαζόνιο τῆς ὕπαρξης/καὶ ἔχει

ἐπίμονα/στὸ κέντρο του ἀφήσει/αὐτὸ τὸ

κάτι λίγο/ποὺ ξεχνῶ

-Γιάννης Πατίλης

Αἱματόχρωμα διαστημικὰ νεφελώματα σὰν ἀπὸ τούλι μέσα στὸ κεφάλι μου πλέουν. Βουτῶ κάθε τόσο σ’ αὐτά, κολυμπῶ μὲ τὶς ὧρες πλέκοντας μεγάλες χεριὲς καὶ βρίσκω… Τί δὲ βρίσκω! Κοχύλια, ἀστερίες, σεντούκια ἄδεια καὶ σεντούκια γεμάτα μὲ νέα τέτοια τούλια, κόμπους καὶ χτένια. Βγαίνω στὴν ἐπιφάνεια νὰ φορτώσω καρδιὰ κι ἔπειτα ξαναβουτῶ, ὥσπου -τελικῶς- κουράζομαι καὶ πέφτω νὰ λιαστῶ στὴν ἀκρογιαλιὰ, ὅπως ἡ χελώνα ποὺ χαίρεται νὰ ψήνει τὸ χέλυό της στὸν πρῶτο ἥλιο κάθε Παρασκευῆς τοῦ θερμοῦ Μαΐου.

Ἀνοίγω τὰ ἄδεια σεντούκια καὶ στοιβάζω ἐντὸς τους ὅ,τι μαζεύεται στὴν ἀπόχη μου, καθῶς φυσάει ὁ ἀέρας κάτω ἀπὸ τὶς ἀνθισμένες φραγκοσυκιές. Τὰ στριμώχνω ὅλα· σεντόνια, στριφώματα, λευκὰ δερμάτινα γάντια, φτερὰ ἀπὸ μαραμπού, γκρίζα νευρικὰ δάχτυλα, ἀβέβαιες ἀρχές, τὸ μπλέ σου παρόν, τὸ μαῦρο μου μέλλον, κι ὅλο μὲ πιάνω νὰ σκέφτομαι ἱδρωμένος πάνω ἀπὸ ὅλα αὐτὰ τὰ πράγματα. Πάντα κάτι μικρὸ, ἀμελητέο ἴσως, μοῦ διαφεύγει καὶ δὲν μπορῶ νὰ τὸ ἐννοήσω. Πάντοτε ἐμφανίζεται κ ά τ ι ποὺ δὲ θυμᾶμαι. Κάτι ποὺ δὲν ξέρω κἂν τί εἶναι κι ὅποτε φαντάζομαι περίπου μὲ τί μοιάζει, τότε εἶναι ποὺ δὲν μπορῶ νὰ τὸ βρῶ.

Κάθε ποὺ τὰ δόντια του βλέπω, σὲ σκέφτομαι. Κάθε ποὺ τὰ μάτια του βαραίνουν, σὲ τελειοποιῶ. Κι ὅταν ἔρθει ἡ ὥρα γιὰ τὸ σεντούκι, ἀπωθεῖσαι ἐκ τοῦ ἀυτομάτου πίσω-πίσω στὴν οὐρά, ἄλλοτε γιὰ νὰ μεστώσεις κι ἄλλοτε γιὰ νὰ… Δὲν καταφέρνω μὲ τίποτα νὰ σὲ ὀνομάσω. Κάποιο γραφεῖο εὐρεσιτεχνίας ἴσως καὶ νὰ μοῦ στείλει στὸ σπίτι ἐξώδικη ἀναφορὰ διεκδικώντας σέ. (Ποιός μπορεῖ νὰ ξέρει ἂν δὲ σὲ ἐπινόησε ἄλλος;)

Ἀκόμη καὶ τότε ὅμως δὲ θὰ μπορέσω νὰ μάθω τί εἶναι αὐτὸ τὸ μικρὸ κάτι ποὺ πρέπει νὰ μπεῖ ἐπιτέλους μὲς στὸ σεντούκι, προτοῦ αὐτὸ κλείσει. Τὸ εἰσιτήριό μου, τουλάχιστον, εἶναι ἀνοικτό. Ἐδῶ δὲν ἔρχεται χειμώνας ποτέ, κι ἔτσι, μπορῶ -ἂς εἶναι- νὰ συνεχίσω τὶς βουτιές μου. Βέβαια, εἶναι ἤδη Σάββατο καὶ προμηνύεται Κυριακὴ μὲ συννεφιά. Ἐνδεχομένως καὶ νὰ βρέξει.

A.B.Γ.

ΑΛΛΕΣ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ

20 Δεκέμβρη

Δεν περίμενε πως θα πεθάνει, παρόλο που η γιατρός...

Μα(ρά)ζι

Τραγουδάκι Τρίτης Στο πάρκο και στο πράσινο παγκάκι σφυρίζω σιγανά ένα...

Paul Verlaine, Κρόνια ποιήματα [Poèmes Saturniens (1866)]

Μετάφραση: Πέτρος Φωκιανός     Marco Μαρκό Quand Marco passait, tous les jeunes hommes Όταν...

Έφη Αρμένη, Τρία Ποιήματα

Δικαίωμα να κολλήσω όπως το σαλιγκάρι πάνω στον τοίχο να κρύψω τις...