Αυτό είναι για όλους εσάς, τους αφυδατωμένους απ’ το σαββατόβραδο που, τα χα μου, μισείτε τις Κυριακές. Τι καταλαβαίνετε, τι νιώθετε μεσ’ τη χαζή ραστώνη της Αθήνας; Τι μπορεί το ανόρεχτο μυαλό σας να “αποδομήσει” από τα λόγια αυτά, τα μεγαφωνικά και επανερχόμενα:
Παλιά καρέκλες
Παλιά γραφεία...
Και εντάξει, το λάθος ανώτερο της Τέχνης, αλλά εδώ μιλάμε για παράδοξο της Γραμματικής. Δηλαδή πρώτα παλιά καρέκλες, μετά παλιά γραφεία.
Το ξεπερνάς, γελάς με απορία. Και μετά:
ΠΑΛΙΑ ΣΩΜΑΤΑ
Ταυτίζεται τότε το κουφάρι σου το αφυδατωμένο και λες, ορίστε, να πώς γράφονται οι στίχοι.
Λατρεύω τα παλιά σώματα. Τα καινούρια, τα καλοφτιαγμένα και νεανικά, μου ήταν ξένα από παλιά.
Γουστάρω από μικρός τα χιλιοδουλεμένα, τα ξαναμπαλωμένα, τα μεταχειρισμένα.
Μήπως εννοεί τα σώματα που πέρασαν από δίπλα σου, από πάνω σου, από παλιά στρώματα;
Αλλά μετά… ΠΑΛΙΕΣ ΜΠΑΝΙΑΡΕΣ!
Ούτε μια μπανιάρα δεν έχω δει στη ζωή μου, πόσο μάλλον μια παλιά μπανιάρα.
Φαντάζομαι την μπανιάρα κάποιο ειδικό μεταλλικό έπιπλο, φτιαγμένο μόνο για να μπανιαρίζονται όρθια τα παλιά σώματα. Χωρίς σαπούνι ιδανικά. Με σκέτο σκληρό νερό.
Μήπως εννοεί τα αρχετυπικά; Με τα μεγάλα στήθη τα κοσμογονικά, με τις φαρδιές λεκάνες της γονιμότητας;
Μήπως εννοεί μπανιέρες;
Μήπως να πάμε για κείνη την μπύρα που δήθεν γιατρεύει το hang over;
Μάνος Λίκος