Αντιγόνη.
Μου φαίνεται πιο βολετό και ταιριαστό να σε φωνάζω έτσι· Αντιγόνη.
Δύσκολο είναι, μη θαρρείς, “μαμά” και “μάνα” μια ζωή, και ξάφνου “Αντιγόνη”.
……
Μα τώρα, που σε βλέπω να κοιτάς την τηλεόραση
-ή το κενό, δε ξέρω-
και γω σου φτιάχνω τα φάρμακα
και βάζω ετικέτες στα τάπερ με τα φαγητά, για να καταλαβαίνει τι σε ταΐζει η Νανά
σκέφτομαι..
Η μάνα η δικιά μου, που όλα τα καταλάβαινε και όλα τα εξηγούσε
που σα λύκαινα πάλευε και σα γυναίκα αγαπούσε
που μεγάλωσε τρία παιδιά κι έναν άντρα-βουνό και έχασε το βουνό της όταν πιο πολύ το χρειαζόταν
που μάτωνε το στόμα της επειδή μια ζωή έσφιγγε τα δόντια..
Η μάνα η δικιά μου, δεν είναι αυτή η γυναίκα, γαμημένε Θεέ.
Μια γυναίκα, που δε μ’ αναγνωρίζει και χέζεται πάνω της
και δεν αντιδρά, μήτε σεισμός να γίνει.
Μόνο παλιώνει, σαν έπιπλο. Έπιπλο δεν είναι η μάνα η δικιά μου.
Έπιπλο είναι η Αντιγόνη.
Τζένη la Revolución