Το σαλιγκάρι

Θα μιλήσω και για σένα. Επίτρεψέ μου. Θέλω να ξέρεις ότι σε βλέπω και σε νιώθω. Ότι φοβάμαι όσο κι εσύ.

Μην ξυπνήσω μια μέρα και συνειδητοποιήσω ότι το μόνο που κάνω είναι να κοιτάζω ένα ρολόι περιμένοντας τις ώρες να περάσουν. Μην κυλήσει η ζωή μου και τελικά ένα πρωί καταλάβω πως ρε φίλε, θα γινόμουν καλός επιστήμονας, αλλά δεν το’κανα το μεταπτυχιακό, και τώρα γέρασα. Φοβάμαι όσο κι εσύ, πως αυτός ο κόσμος κρύβει μια παράνοια και μια αρρώστια που με τρώει ύπουλα και συστηματικά. Κι εγώ αγχώθηκα μια μέρα όταν σκέφτηκα ότι η ζωή μας προσπερνάει. Κι έτσι όλο νιώθω ότι τρέχω να προλάβω να με βλέπω να έρχομαι. Όλο τρέχω, κι όλο ξωμένω πίσω.

Σε νιώθω σου λέω. Σήμερα δεν μιλάω τόσο κοφτά, έχεις δίκιο. Αλλά άσε να συνεπαρθούμε λίγο, άσε τις λέξεις να ρέουν αφού δεν ρέει το κρασί.

Έχω κι εγώ αλήθειες βουνά που ένα βράδυ σωριάστηκαν και γίνανε άγονες πεδιάδες.

Είμαι κι εγώ ένας κύκλος που θέλει να κυλήσει. Αλλά όχι μόνος του πια. Σκέφτομαι κ εγώ πως άγομαι και φέρομαι και αγνοώ το ποιος εαυτός μου είναι τελικά ο αληθινός.

Μοιάζουμε σου λέω. Και σε διαβεβαιώνω πως δεν είμαστε μόνο τα σκατά αυτού του κόσμου.

Είμαστε τα γέλια και τα κλάματα. Τα άγχη και οι φόβοι. Οι έρωτες και οι απορίες, τα βρισίδια, τα απωθημένα, τα ζόρια, τα μεθύσια. Τα πρωινά τσιγάρα και τα «τελευταία ποτά».

Είμαστε το χτύπημα της πόρτας πίσω μας όταν αποφασίσαμε τελικά να φύγουμε. Είμαστε ο έρωτας που τελείωσε κι ο έρωτας που θα’ρθει.

Είμαστε το παραμύθι που μας εγκλωβίζει αντί να μας μαγεύει. Που μας γεννά εφιάλτες αντί να μας νανουρίζει.

Είμαστε το αμόρε που μας φέρθηκε σκάρτα τελικά και μας άφησε με το μαράζι.

Είμαστε ο λυτρωτικός καφές με τον κολλητό μας και το ταπεράκι που μας ετοίμασε η μάνα μας από το βράδυ- κι ας γύρισε αργά απ’τη δουλειά, κι ας ήταν κουρασμένη, κι ας είχε πολύ σίδερο- για να έχουμε κάτι της προκοπής να φάμε γιατί όλο αηδίες τρώμε τελευταία.

Είμαστε το τραγούδι που μας μελαγχολεί αλλά θέλουμε τόσο να ακούμε.

Το βλέμμα που θέλει να δραπετεύσει από το πρωινό λεωφορείο που μας πάει στο οκτάωρο της δουλειάς.

Είμαστε το πιο πετυχημένο αστείο που μας ξελίγωσε στα γέλια.

Είμαστε το ξέσπασμα, το αίσθημα μικρότητας, το αίσθημα του απέραντου, η φθορά και η διαφορά. Κι έχουμε μέσα μας όλους τους πόθους και τα πάθη όσων τριγυρνάνε στη βαβούρικη Αθήνα μέρα- μεσημέρι, απόγευμα και βράδυ.

Είμαστε ένα σαλιγκάρι

Που του φόρτωσαν ένα καβούκι

Που ποτέ δεν θα το νιώσει σπίτι του.

Μ.

*η φωτογραφία είναι της Aφροδίτης Alasaad

ΑΛΛΕΣ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ

Μπλε κουβέρτα

Λίγο πριν αποφασίσουμε πως το κορίτσι μας τελικά θα...

Έμιλυ

στην Α. στις σιώπες που συναντιόμαστε Έ μ ι λ...

Επικαιρότητα

Πάλι ταράχτηκαν οι άντρες κι αγορεύουνε Τηρούν με πάθος τις...

Από την ποίηση του δρόμου στην ποίηση της φροντίδας και πάλι πίσω

Κυριακή 12 Νοέμβρη 2023, Περιβολάκι   Από την ποίηση του δρόμου στην...