Το καλοκαίρι του ’04

«Παρ’ το σβουράτσι από κει και κάτσε» πρότεινε πατρικά και βροντωδώς ο κρητίκαρος πόλισμαν δείχνοντας έναν επιτραπέζιο μεσαίου μεγέθους ανεμιστήρα πάνω σε μια καρέκλα στη γωνία της αίθουσας του τμήματος. Ο αδερφός μου κι εγώ μυξοκλαίγαμε ακόμα. Ψάχναν να μας φέρουν κάτι γλυκό –ένα μπαγιάτικο μισοφαγωμένο τσουρέκι ό,τι καλύτερο βρέθηκε–. Για να μας ανέβει το ζάχαρο; Να μας πέσει η πίεση; Ή τέλος πάντων, με το σκεπτικό ότι μετά το σοκ τα παιδιά γλυκαίνονται και ξαναφτιάχνει η διάθεσή τους δωροδοκώντας τα με λιχουδιές. Εμείς δεν κλαίγαμε για το τρακάρισμα, αν και αλήθεια είναι ότι είχαμε χεστεί πάνω μας απ’ την τρομάρα. Όλος ο κώλος του Ρόβερ είχε γίνει σμπαράλια, ζουληγμένος έντονα προς τα μέσα. Το πορτ-μπαγκάζ είχε εξαφανιστεί.  Εφόσον ο άλλος καρφώθηκε τρεχάτος πίσω μας, ο αδερφός μου κι εγώ δεχτήκαμε όλη τη δύναμη της πρόσκρουσης. Μέχρι να βεβαιωθούμε ότι δεν πεθάναμε, χάσαμε τη μιλιά μας.

[Ακόμα και στις καλύτερες εποχές υπάρχουν μαύρες τρύπες, μικρά χρονικά διαστήματα εντός των οποίων συμβαίνουν πράγματα δυσάρεστα. Ωστόσο, ακριβώς λόγω του ότι αυτές οι βραχείες δύστροπες νησίδες βρίσκονται καταμεσής των καλύτερων εποχών γρήγορα ξεχνιούνται.]

Εμείς κλαίγαμε για τον Κεντέρη που τράκαρε κι αυτός μια μέρα πριν και δεν θα ’τρεχε στους Ολυμπιακούς. Ο μπαμπάς όταν είδε πόσο είχε γαμηθεί το αμάξι, μάς είπε πως θα πάρουμε καινούριο το φθινόπωρο. Από κείνη την ώρα το τροχαίο του Κεντέρη και της Θάνου μας στεναχωρούσε αφάνταστα περισσότερο απ’ το δικό μας. Εμείς τον πιστεύαμε και τον αγαπούσαμε τον Κεντέρη. Γιατί ο Κεντέρης ήταν το πιο γρήγορο πλοίο του κόσμου, έκανε στη μισή ώρα απ’ τ’ άλλα καράβια τη διαδρομή Χίο-Πειραιά κι όταν κολυμπάγαμε έκανε τα πιο σούπερ ντούπερ μεγάλα απόνερα. Όπως είπε κι η Παυλίνα, όταν περνούσε ο Κεντέρης, έπρεπε ή να βγεις αρκετά έξω στην παραλία εκεί που δεν φτάναν τα απόνερα ή άμα κολύμπαγες, να μπεις αρκετά βαθιά, εκεί που δεν θα ’ταν πια επικίνδυνο να σε χτυπήσουν τα κύματα στα βράχια της ακτής. Πρώτα μάθαμε τον Κεντέρη-πλοίο και μετά τον Κεντέρη-άνθρωπο. Νομίζαμε ότι επειδή αυτός έτρεχε γρήγορα στους αγώνες, του δώσαν παρατσούκλι απ’ το πιο γρήγορο πλοίο του κόσμου. Φάνταζε πιο λογικό απ’ το αντίστροφο.

Κάποτε έρχεται η στιγμή της απόσυρσης. Ξαφνικά. Οι δυο Κεντέρηδες, άνθρωπος και πλοίο, το πάθαν σχεδόν ταυτόχρονα. Ο μπαμπάς τήρησε την υπόσχεση για καινούριο αμάξι το φθινόπωρο. Φέτος το Γκολφ θα γίνει είκοσι. Ο Κεντέρης ίσως κουμπώνει ακόμα χάπια για να διαχειριστεί τη διαδρομή εθνικός ήρωας-αποδιοπομπαίος τράγος. Ο άλλος Κεντέρης σαπίζει ημιβυθισμένος σε κάποιο σικελικό λιμάνι. Κι εγώ επιστρέφω πάντα στα Χανιά προσέχοντας ν’ αποφεύγω μετωπικές συγκρούσεις και ψάχνοντας στο Λιβυκό μεγάλα κύματα. Βουβά.    

Διγ.     

*φωτογραφία: Αντωνία Μπεμπλιδάκη, Σούγια, Αύγουστος 2018

ΑΛΛΕΣ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ

Η τρύπα στο ταβάνι

Ζήτημα να ’μεινες πεντέξι μήνες σε κείνο το σπίτι....

Ο πόνος των χεριών

Πήγα σήμερα στο μακρινό σούπερ μάρκετ, στο μεγάλο, ξέρεις,...

Θανατικό

Τον τελευταίο καιρό πεθαίνουν πολλοί άνθρωποι κάθε ηλικίας στον...

Μεταξουργείο

Το Μεταξουργείο συζητιέται τελευταία. Έγινε μια κηδεία προ ημερών....