Να μένει η πεθυμιά σου συμπαγής
σαν σίδερο πυρακτωμένο
σαν ήλιος κόκκινος
Να είσαι ο λυτρωτής σου
Και ν’αγαπάς το όλον
μήτε τις παραστάσεις του, μήτε και τις σκιές του
Στ’ ολάνθιστο μετόχι της ψυχής σου
να θρέφεις άδολα τα άγριά σου χόρτα
να ξεδιαλύνεις τα δυνατά απ’ τ’ άρρωστα
Μα να ποτίζεις κάθε πόρο
μ’ υπομονή και θέληση
γιατί απ’ τ’ ασθενικό και το υγιές
γεννάται η αντίθεση
η μόνη αρμονία
Και έτσι αδιάτρητος σαν βράχος
άυλος σαν τη θάλασσα
πορεύεσαι σ’ ένα άγνωστο γνωστό
σε μια μοίρα αόματη
η οποία από ανάγκη
μα πιότερο από σοφία
θωρεί μόνον εντός σου
Το αδιέξοδο να ορίζεις προορισμό σου
μονάχα αυτό θα σ’ οδηγεί αέναα σε δρόμου άλλους
σε μονοπάτια άβατα
σε κάθε νέα σου λάμψη
Φωκάς .
*Ο πίνακας είναι του William Blake, Dieu architecte, 1794.