Θα φτάσω άραγε κάποτε προς τον νότο;
ε. β.
Εδώ τώρα ανάμεσα
Στο κατεστραμμένο της Βικτώριας οδόστρωμα
Και τις κατεβασμένες ως το σαγόνι μάσκες
Σκύλοι με κοιτάζουν αφυδατωμένοι
Οι φράουλες συλλέγουν στους πάγκους μόνο σκόνη
Και το Πεδίον του Άρεως αποτελεί ένα λάθος.
Μα εγώ μέσα στης σκέψης μου
το τρόλλεϋ που’ ναι πήχτρα
Δειλά δειλά και ήσυχα
επιστρέφω στον τόπο.
Στη Σούδα ξημερώματα
ύστερα κάτω κι άλλο.
Γλιστράω ως τις Βρύσες, τα Σφακιά
φτάνω στου Ίλιγγα την άφατη σπηλιά
– μακάρια συνεχίζω προς τον νότο –
Καθώς ξαπλώνω κάθετα στα φρούτα του λαιμού σου.
Όλη η ζωή μια σπουδή
αποχωρισμών
Κι ανάμεσά τους η γιορτή
των εραστών.
*Πίνακας: Max Ernst, The sea, 1926