Ο φάρος
το μάτι της θάλασσας
αφρίζει στ` ακρογιάλι
μια τολύπη
ταλαντωμένα μονοπάτια
το φως του φεγγαριού
σκιαγραφεί
μ` αφρό και όνειρα
σε διαφανές πλανητικό χαλί
η μεγαλύτερη σε έκταση πλεκτάνη
Πρώτη φορά
δεν είμαι γω η θάλασσα
ούτε ο κρουστός λαιμός μου
ούτε τα μακριά δλαχτυλά της
Κάπου απαντιούνται
όλα σχεδόν
και λέω σχεδόν
γιατί δεν γίναμε ακόμα μηχανές
ουτ` επιστήμες
Ότι μπορώ είμαι
είπε η σταγόνα
καθώς έκυπτε
υπέκυπτε ήθελα να πω
στο έδαφος
Δόνηση διαρραγής
ο κήπος με τα αηδόνια μου
που αν ακόμα δεν ξέρουν να πετούν
ξέρουν να πέφτουν
Φωκάς .