Κουβεντούλες με τον Φρόυντ

Κουβεντούλες με τον Φρόυντ

Ακονίζω το μυαλό μου με μεταφορές και ρίμες
από έξυπνα στιχάκια έχω δώδεκα ντουζίνες
πνεύμα χτίζω από ατσάλι
δωδεκάωρα στα βιβλία
για το νόημα της ζήσης δεν μου έμεινε απορία

Και κουνιέμαι πίσω-μπρος
και κουνιέμαι μπροστά-πίσω
πάνω στο παρκέ μετράω με το πόδι μου το τέμπο
Και κουνιέμαι πίσω-μπρος
και κουνιέμαι μπροστά-πίσω
φτύνω ράθυμα το τσόφλι στο παρκέ του πασατέμπο

Αχ, μου τα ‘λεγε ο Σίγκμουντ
αν γαμούσε ο Ρουσσώ
ίσως να ‘χαμε αναρχία όχι καπιταλισμό
Και ο Μάρτιν με την Χάνα
αν τη βρίσκανε μαζί
να ‘χαμε ένα «πλην ένα» για τους μπάσταρδους ναζί
Του Νταλί αν σηκωνόταν
αν δεν του ήτανε μελάτο
να μην είχε γονατίσει στον Πατρίκιο για τον Φράνκο

Και κουνιέμαι πίσω-μπρος
και κουνιέμαι μπροστά-πίσω
τσιγαράκια πιπιλάω συμπιεσμένης νικοτίνης
Και κουνιέμαι πίσω-μπρος
και κουνιέμαι μπροστά-πίσω
σε καμβά λευκό μοντάρω τις οδούς της ντοπαμίνης

Φ.

*ο τίτλος ανήκει σε τραγούδι του Δήμου Μούτση






Author

Το "Φωκάς" του 'μεινε απ' το σχολείο. Παρ' όλα αυτά έχει γίνει τόσο δικό του, ώστε σπανίως γυρίζει το κεφάλι όταν κάποιος θα τον αποκαλέσει με το βαφτιστικό του. Είναι ένας τραγουδοποιός που είναι κοινωνικός λειτουργός, που παίζει κιθάρα, αλλά που θα 'θελε να παίζει τσέλο φορώντας κάτι ανάλαφρο, όπως για παράδειγμα σανδάλια και αμάνικες φαρδιές φανέλες μες στον Χειμώνα. Όταν κανείς δεν κοιτάει ή όταν κοιτάνε όλοι, είναι ποιητής. Κάνει παρέα με σαλιγκάρια και σκυλι(ε)ά, αλλά θα 'θελε να χει μια γάτα. Αρέσκεται στο να απαγγέλλει ποιήματα μιμούμενος τη φωνή του Εμπειρίκου και του Χριστιανόπουλου, εναλλάξ. Θα τον πετύχετε να τριγυρνάει στο Παγκράτι κρατώντας μία ναυλότσαντα Σκλαβενίτη μ' όλα του τα υπάρχοντα, σφυρίζοντας κάποιον οικείο σας σκοπό. Μην φωνάξετε "Γιώργο!", δεν θα γυρίσει...