Ο Glenn Gould είναι μια προσωπικότητα που με συγκινεί βαθιά.
Όχι μόνο για τον τρόπο που η ευφυΐα του τον οδήγησε να διαβάσει και να επανεκτελέσει τον Bach (όχι μόνο για την ερμηνευτική του δεινότητα δηλαδή) αλλά γιατί η περίπτωση Glenn Gould είναι, στα μάτια μου, ένα φαινόμενο καθαρού πνεύματος.
Ο Glenn Gould ήταν ένας μακρύς άνθρωπος με τεράστια άκρα. Έφερε κάπως ιδιότυπα χαρακτηριστικά στο πρόσωπό του, κι έτσι τα γούστα σχετικά με την εμφάνισή του κειμένονται από την άσκηση γοητείας ως το τσίγκλισμα του ανοίκειου. Ήταν ένας γελαστός άνθρωπος που καθόταν μονάχα στην δική του μικροσκοπική καρέκλα. Από τις κινηματογραφήσεις της ζωής του (συνήθως των συναυλιών ή των ηχογραφήσεών στο στούντιο) γνωρίζουμε ένα βλέμμα ζεστό, πυρρακτωμένο. Έναν άντρα που μες στο κατακαλόκαιρο φορούσε τα δερμάτινά του γάντια για να προστατεύει τα χέρια αλλά και το μέλλον του. Γνωρίσαμε έναν άνθρωπο με χιούμορ.
Πάρα πολλά έχουν γραφτεί γι’ αυτόν: μελέτες, αφιερώματα, ντοκυμαντέρ, βιβλία. Και για όσες και όσους έχουμε επαφή με τον κόσμο της κλασικής μουσικής, κάποτε έφτασε η στιγμή που αντιληφθήκαμε στο έπακρο πως, αν ο Bach είναι ο Θεός, τότε ο Gould είναι, στα σίγουρα, ο Μεσσίας.
Για εμένα, όμως, καθίσταται τόσο επιτακτικό και πολύτιμο να επιστρέφω σ’ αυτόν, και για έναν λόγο ακόμη.
Ο Glenn Gould, όπως τον νιώθω και τον σκέφτομαι, αποτελεί ένα σημείο. Έναν διαρκώς ανοιχτό ορίζοντα υπό την σύζευξη μουσικής και γλώσσας. Μέσα και πέρα από το έργο του, μέσα και πέρα από τα μακριά του δάχτυλα, αυτό που διανοίγεται, πάνω απ’ όλα, είναι μια ανθρώπινη δυνατότητα. Κι αν τώρα ψάχναμε, για κάποιον ανεξήγητο και τρελό λόγο, στους γονείς, κι όχι στους απογόνους, για τον Gould, είμαι βέβαιη, συναντηθήκαν κάποτε και σμίξαν η μουσική κι η γλώσσα.
Για ‘κείνον, άλλωστε, ήταν αδύνατο να παίζει πιάνο χωρίς να μιλάει τις νότες.