Πρωί Παρασκευής.
Στο ράδιο: ανταποκρίσεις, σχόλια, καταθέσεις από την έναρξη της δευτεροβάθμιας δίκης για τη δολοφονία του Βαγγέλη Γιακουμάκη. Έξι χρόνια πριν, το 2015, ο Βαγγέλης πρώτα εξαφανίστηκε και ένα μήνα μετά βρέθηκε νεκρός.
Στο ίντερνετ: παντού η είδηση για την ταυτοποίηση της σωρού της Δήμητρας από τη Λέσβο. Μια εξαφάνιση, ένα τροχαίο με εγκατάλειψη και δυο μήνες μετά αναγγελία του θανατικού.
Οι δυο αυτοί άνθρωποι, εν ζωή πιθανότατα ουδέποτε γνωρίστηκαν. Απ’ το πρωί τους σκέφτομαι να κάθονται πλάι πλάι σ’ ένα πέτρινο πεζούλι, να κοιτούν από ψηλά βροχή και μπουμπουνητά και να κουβεντιάζουν μεταξύ τους. Με μια θλίψη ευγενική να συνομολογούν «ήταν σκληρός ο κόσμος κι εμείς απαλές ψυχές». Να ανταλλάσουν βλέμματα ήπια, γεμάτα συγκατάβαση. Καθόλου να μην απορούν τι λάθος κάναν και φάγαν τόσο σκατό στη ζωή τους. Να γνωρίζουν από πρώτο χέρι την ύπουλη καταφρόνια απέναντι στην ευαισθησία. Ακόμα κι όσοι δεν τους χλεύαζαν, τους έβλεπαν με μιαν ανακουφιστική συμπάθεια· συμπάθεια στην «αδυναμία» τους, σκεπτόμενοι από μέσα τους: «καλοί μωρέ κι οι ευαίσθητοι αλλά η ζωή θέλει κότσια, δύναμη, στομάχι».
Όχι. Η ζωή θέλει φροντίδα. Εμπέδωση φροντιστικής αντίληψης και πράξης. Απέναντι στις αβύσσους της αδιαφορίας και της αγίας ιδιωτείας, κόντρα στη βαρβαρότητα, μια δέσμευση στη φροντίδα θέλει η ζωή.
Διγ.
Eικόνα: Αλέξης Κυριτσόπουλος