Δεν έχω ιδέα πώς βρέθηκα εδώ.
Ωστόσο, μετρούσα ήδη μιάμιση ώρα κάτω από την τέντα, μπροστά από τα φανταχτερά φώτα και τα εντυπωσιακά θεάματα, κάποια άγρια ζώα που τώρα πια βουτάνε σαν καλά εκπαιδευμένα σκυλάκια μέσα στους μεγάλους κρίκους. Ήμουν τυχερός σήμερα, οι κρίκοι ήταν φλεγόμενοι, η αδρεναλίνη μου είχε εκτοξευθεί.
Ακολούθησε το νούμερο με τους δύο κλόουν που τσακώνονται μπροστά από το ψεύτικο δέντρο, το οποίο έχει ρυθμιστεί να τους πετάει νερό σε ανύποπτο χρόνο, πράγμα που κάνει τους πάντες να ξελιγώνονται από τα γέλια. Εγώ πάντα κλαίω λίγο έτσι όπως τους βλέπω να στέκονται βρεγμένοι και απορημένοι. Στην πραγματικότητα το βαριέμαι αυτό το νούμερο. Προτιμώ το επόμενο.
Ο γυμνασμένος ακροβάτης στέκεται ψηλά στην άκρη της σανίδας κι ετοιμάζεται για το άλμα. Ο στόχος είναι απλός. Πρέπει να πάρει φόρα, να πηδήξει όσο πιο μακριά μπορεί, να εκτελέσει μια εναέρια κωλοτούμπα, να πιαστεί από τους δύο κρίκους που κρέμονται λίγα μέτρα πιο μπροστά, να τεντωθεί επαρκώς και ανακτώντας ψυχραιμία και ισορροπία να προσγειωθεί ομαλά στο έδαφος. Όλο αυτό υπό τον ήχο του τυμπάνου που ρολλάρει μανιακά.
Τον κοιτάζω. Αναπνέει αργά, δεν μπορώ όμως να διακρίνω καθαρά την έκφρασή του λόγω του μεγάλου ύψους. Μπουκώνω το στόμα μου με ποπ κορν βουτύρου και περιμένω. Κάτι αδιευκρίνιστο κάνει- ίσως σφίγγει τη ζώνη ασφαλείας του- πάντως χρονοτριβεί κι εγώ αναμένω. Εκνευρίζομαι.
Μετά από αυτά τα βασανιστικά δευτερόλεπτα πηδάει, το κοινό ρουφάει αέρα μέσα σε ένα ελαφρώς παρατεταμένο “ιιι”, το στομάχι μου σφίγγεται, τα μάτια μου είναι ευτυχισμένα.
Ωστόσο ο ακροβάτης μου σήμερα δεν έκανε καμία προσπάθεια να πιαστεί από τους κρίκους.
Αφού εκτέλεσε άψογα την εναέρια κωλοτούμπα, έσκασε σαν σακί στο έδαφος.
Παιδιά και γονείς αρχίζουν να ουρλιάζουν υστερικά, πράγμα που δημιουργεί εκνευρισμό στα ζώα, μια τίγρη ξεφεύγει από το λουρί του θηριοδαμαστή της και ορμώντας προς το κοινό αρπάζει ένα κοριτσάκι που έτρωγε κι αυτό ποπ κορν σαν τα δικά μου- με βούτυρο πάντα είναι πιο νόστιμα τα ποπ κορν. Το κάνει χίλια κομμάτια, επικρατεί πανικός, τρέχουμε όλοι προς τα έξω και με πιάνει κάτι σαν να θέλω να γελάσω.
Σκέφτομαι τον ακροβάτη μου: η ζώνη ασφαλείας του δεν δέθηκε ποτέ, ή ίσως λύθηκε όταν έπαιρνε φόρα, ή ίσως την έλυσε αυτός (μα τι σκεφτόταν;!). Το πιο πιθανό σενάριο κατ’ εμέ πάντως, είναι πως του την έλυσαν οι δύο κλόουν για να σπάσουν πλάκα.
μπιζέλι