Για να τελέψει ο Θεός…

Για να τελέψει ο Θεός…

Ο κάθε μαχαλάς και η τάξη του. Κάθε σπίτι ένα κελί, κάθε κελί και ένα κελάηδισμα. Στον ουρανό δεν υπάρχουν μαχαλάδες, μόνο σημεία στον ορίζοντα, φτερά που κοπανιούνται, η εμβοή των ραπισμάτων στον αγέρα και σμήνη από τους τυχοδιώκτες του Καλοκαιριού.

« Να αγαπάς το ψύχος του Χειμώνα, γίνε πιο κίτρινος απ’ του Φθινόπωρου τα φύλα, την Άνοιξη φοβού τον Γδάρτη, το Καλοκαίρι μην τραγουδάς –  αν το κουφάρι σου δεν θες ψημένο σ’ ένα δέντρο απάνω – . Το  Καλοκαίρι να αποταμιεύεις… Για ν’ αγαπάς το ψύχος του χειμώνα, να γίνεσαι πιο κίτρινος απ’ του φθινόπωρου τα φύλλα, και μέσα απ’ τα καιόμενα αποθέματά σου να διυλίζεις απ’ την άνοιξη τη στάχτη. Ο κάθε μαχαλάς και η τάξη του ».

Μα στον ουρανό δεν υπάρχουν μαχαλάδες. Οι φόνοι και οι αιμομιξίες  δεν καταδικάζονται γιατί δεν εφευρέθηκαν ακόμα, η αρχή είναι ακέφαλη, εν είδει κεφαλής εφύτρωσαν δύο στήθη γυναικεία για να βυζαίνουν  τα απάτριδα μωρά.

Μία ζωντανή εικόνα του Άμμωνος, μια καρικατούρα της άμωμου συλλήψεως και μια απόχη, αρκούν για να τελέψει ο Θεός, προσοχή!

Όχι ο άνθρωπος ή το πουλί

μα ο θεός.

 

Φωκάς .

Author

Το "Φωκάς" του 'μεινε απ' το σχολείο. Παρ' όλα αυτά έχει γίνει τόσο δικό του, ώστε σπανίως γυρίζει το κεφάλι όταν κάποιος θα τον αποκαλέσει με το βαφτιστικό του. Είναι ένας τραγουδοποιός που είναι κοινωνικός λειτουργός, που παίζει κιθάρα, αλλά που θα 'θελε να παίζει τσέλο φορώντας κάτι ανάλαφρο, όπως για παράδειγμα σανδάλια και αμάνικες φαρδιές φανέλες μες στον Χειμώνα. Όταν κανείς δεν κοιτάει ή όταν κοιτάνε όλοι, είναι ποιητής. Κάνει παρέα με σαλιγκάρια και σκυλι(ε)ά, αλλά θα 'θελε να χει μια γάτα. Αρέσκεται στο να απαγγέλλει ποιήματα μιμούμενος τη φωνή του Εμπειρίκου και του Χριστιανόπουλου, εναλλάξ. Θα τον πετύχετε να τριγυρνάει στο Παγκράτι κρατώντας μία ναυλότσαντα Σκλαβενίτη μ' όλα του τα υπάρχοντα, σφυρίζοντας κάποιον οικείο σας σκοπό. Μην φωνάξετε "Γιώργο!", δεν θα γυρίσει...