Μα τώρα πια που μπαίνει το καλοκαιράκι
κι είναι σαφείς οι προοπτικές του μέλλοντός μας
άρχισαν όλοι πάλι να μιλάνε
για το πώς στάζουν σαν καρπούζια.
Σκέφτηκα, λοιπόν, κι εγώ να σου έλεγα δυό πράγματα
λιγότερο κοκκινωπά και σίγουρα
χωρίς δροσιά και γλύκα.
Εγώ, που λες, θα ήθελα
να έχουν easy πρόσβαση στη θάλασσά μας όλα.
Μέσα στο τρένο να προσφέρεται η θέση
σ’ αυτήν που όντως τη χρειάζεται κι ακόμη
Κάποιος να ήτανε εκεί για μένα
όταν ξανάχανα τη γεύση μου – τρίτη φορά στα δύο χρόνια.
Εγώ θα ήθελα
να τραγουδάω πιο πολύ
γιατί μονάχα έτσι θυμάμαι τι να απαντάω στον φόβο, ενώ αλλιώς τα χάνω.
Και τα καλύτερά μου ποιήματα
να μην ήταν σαν αυτοκτονίες.
(Αυτός ο κόμπος στον λαιμό παραμονεύει)
Κυρίως όμως θα ‘θελα
να αγαπιέμαι
χωρίς κάτι να μου υπενθυμίζει διαρκώς πως πρέπει να το αξίζω.
Ίσως έτσι να τα πήγαινα καλύτερα
με το καυλωμένο σου κορμί.
Να ήταν σαν φροντίδα, σαν συμπόνοια ή εγκαρτέρηση
– ή τέλοσπάντων κάτι πιο προσβάσιμο –
Θα ήθελα ο Χριστός να έκανε απλωτές αντί για βήματα
Σ’ αυτή τη θάλασσα
Κι αυτή τη θάλασσα
Τη θάλασσα αυτή την τόση
Να την αφήναμε επιτέλους
να κάνει τη δουλειά της.