⌈ ω ⌋

⌈ ω ⌋

Μικρός τραύλιζα
έτσι οι γονείς
φέραν στο σπίτι μια κοπέλα
να με εξετάσει
θυμάμαι να λέει γράμματα στην τύχη
κι εγώ
σε διάστημα μισού ή ενός λεπτού
έπρεπε να πω όσα ονόματα προλάβαινα
που να ξεκινάνε
από το συγκεκριμένο
αυτό
γράμμα
Εκτόξευα τότε ονόματα
αντρικά, γυναικεία
σαν αθλητής της γλώσσας
να σπάσω τα ρεκόρ
―καθαρά―
χωρίς «κ-κ» «μ-μ» «τ-τ»
με ρυθμό
και άρτια αρθρωμένα
Εκείνη
σημείωνε τις αποδόσεις μου
θυμάμαι
πότε
να μαζεύει απ’ τους κροτάφους της
τις χρυσές της μπούκλες
με μία κίνηση
να στρώνει τις ρίζες τους
πίσω
και γύρω
απ’ τ’ αυτιά
που κρέμονταν
δύο
μπρούτζινοι
παχιοί
κρίκοι
Χαμογελούσε
ύστερα
με συγκατάβαση
η γραμμή στο πάνω χείλος της
σχημάτιζε
ένα πλατύκυρτο
κεφαλαίο
«Μ»
Σαν μάζευε τα εργαλεία της δουλειάς απ’ το τραπέζι
καθώς την έβλεπα από πίσω ν’ απομακρύνεται στο χολ
το «ω» του «ωραίου»
το «ω» αυτό
της απώλειας
μου κλείδωνε
ξανά
τη γλώσσα

 

Φωκάς

Author

Το "Φωκάς" του 'μεινε απ' το σχολείο. Παρ' όλα αυτά έχει γίνει τόσο δικό του, ώστε σπανίως γυρίζει το κεφάλι όταν κάποιος θα τον αποκαλέσει με το βαφτιστικό του. Είναι ένας τραγουδοποιός που είναι κοινωνικός λειτουργός, που παίζει κιθάρα, αλλά που θα 'θελε να παίζει τσέλο φορώντας κάτι ανάλαφρο, όπως για παράδειγμα σανδάλια και αμάνικες φαρδιές φανέλες μες στον Χειμώνα. Όταν κανείς δεν κοιτάει ή όταν κοιτάνε όλοι, είναι ποιητής. Κάνει παρέα με σαλιγκάρια και σκυλι(ε)ά, αλλά θα 'θελε να χει μια γάτα. Αρέσκεται στο να απαγγέλλει ποιήματα μιμούμενος τη φωνή του Εμπειρίκου και του Χριστιανόπουλου, εναλλάξ. Θα τον πετύχετε να τριγυρνάει στο Παγκράτι κρατώντας μία ναυλότσαντα Σκλαβενίτη μ' όλα του τα υπάρχοντα, σφυρίζοντας κάποιον οικείο σας σκοπό. Μην φωνάξετε "Γιώργο!", δεν θα γυρίσει...