Στον Σ. Αυτοαποκαλούνταν ψυχολόγοι/ψυκτικοί γιατί είχαν μάθει να μιλούν για τη φύση με τρόπο ενδιαφέρων: ―Βρέχει γυμνά μοντέλα σήμερα φορέστε αδιάβροχο αν προτιμάτε σώματα πιο φυσικά και αν προτίθεστε να κολυμπήσετε στη μοναξιά πιάστε σφιχτότερα τη μύτη σας, να έτσι, μπράβο ―Να λιώνει ο ήλιος το παγωτό σου και να πετάς το περιτύλιγμα στις ξεραμένες λίμνες του Εθνικού Κήπου ή να κρυώνει το ζεστό κρασί σου ενώ μετράς τα αποτσίγαρα στον Σηκουάνα; αυτοαποκαλούνταν ψυχολόγοι/ψυκτικοί γιατί παρίσταναν πως κρύωναν για να τους αγκαλιάσουν γιατί πολέμαγαν τον σεξισμό μένοντας άκληροι και τέσταραν τις επιδόσεις τους ως γονείς υποτάσσοντας τους άλλους αυτοαποκαλούνταν ψυχολόγοι/ψυκτικοί διότι διψούσαν διαρκώς και κάθονταν σε αναμμένα κάρβουνα σωρεύοντας στίγματα και τρόπαια πλαστικά.