Μια αχλή, πώς να το πω, πηχτή, αλευρωμένη, σ’ όλα τα αντικείμενα, στους τοίχους, στο ασανσέρ, στις διακοσμητικές κορδέλες του δέντρου.
Κάποιος αδέξιος γραφίστας πειράζει τη φωτεινότητα.
Το τσιγάρο των θαμώνων θολώνει τους φακούς μου.
…
Από χτες φαντάζομαι θεόρατα κύματα να χτυπούν με λύσσα μια κόκκινη προβλήτα. Είναι νύχτα. Τα κύματα αναλύονται σ’ εκατομμύρια απειροελάχιστες σταγόνες.
Ο αναστεναγμός του πάγου που σπάει στο άγγιγμα του τζιν.
Όταν η γλώσσα σου ανακουφίζει την πληγή μου.
…
—Εφτάμισηλίρες−
—Ε, στην Ελλάδα−
—Στην Αγγλία ρε, εφτάμιση λίρες το fishn’ chips, ο μπακαλιάρος σκορδαλιά των Άγγλων.
Κτίριο «ΑΧΕΠΑ». Φιλολογικοί ακρωνυμικοί ψυχαναγκασμοί. Σε βοηθάω να βάλεις τη ζακέτα σου∙ δεν κλείνει στην πρησμένη σου κοιλιά. Θλίβομαι. Θέλω να σου πω να ρουφηχτείς, να βάψεις τα λευκά, να μην ξέρω να κάνω ποδήλατο, να μην ξέρω να λέω την ώρα.
Κατεβαίνουμε να καπνίσεις κι έχεις αφήσει πάνω το πακέτο. Θέλω να σε κεράσω αλλά θυμάμαι ότι παριστάνουμε πως δεν ξέρεις ότι καπνίζω.
Σε παρακολουθώ να πασχίζεις να ανάψεις με το ένα χέρι. Νυχτώνει λίγο περισσότερο. Σφίγγω τον αναπτήρα στην τσέπη μου−πάλι θα το ξέχνούσα.
……………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………..
Στον παραδειγματικό άξονα κάθε στιγμής
Στην παράκαμψη της φύσης
«Στο σάλο του πελάγου, αυτή την αντάρα που ακούμε
όταν βάζουμε στο αφτί μας μεγάλα κοχύλια»
Αλαζονική απέναντι στον θάνατο
Μηδενισμένη και ολόκληρη μπροστά στον σταυρό
Θα ’ρθω να σε βρω.