Πώς να περάσεις την ώρα σου ως πτώμα

Τη μέρα που το ζευγάρι χώρισε, το πιάνο αποφάσισε εντελώς ξαφνικά, να πηδήξει από το μπαλκόνι, μιας και πλέον δεν γνώριζε σε ποιον από τους δύο ανήκει. Τύχαινε να περνάω από κάτω και προς μεγάλη μου έκπληξη, πέθανα ακαριαία, όταν έπεσε πάνω μου, άθελά του.
  Το κρανίο μου έσπασε, όπως και ο λαιμός μου, όπως και η σπονδυλική μου στήλη, και γενικά, για να μη τα πολυλογώ, όπως όλα τα κόκαλα του κορμιού μου. Τα όργανά μου πολτοποιήθηκαν σε μια κόκκινη μάζα και πιτσιλίστηκαν στην άκρη του δρόμου. Το χειρότερο ήταν πως έχασα τη συνεδρία με τον ψυχολόγο και θα μου τη χρεώσει, καθώς δεν είχα ενημερώσει για την απουσία μου.
  Ήταν κλειστό φέρετρο γιατί δυσκολεύτηκαν να με συναρμολογήσουν και στα μισά τα παράτησαν. Τα μοιρολόγια και οι θρήνοι ακούγονταν αμυδρά μέσα στην κάσα, αλλά μπορούσα να διακρίνω τα, «πού πήγες αετέ μου», τα «τι του ζήλεψες του κάτω κόσμου», τα «τι τα θες, σήμερα είμαστε, αύριο δεν είμαστε», «τι σου είναι ο άνθρωπος» και τα λοιπά και τα λοιπά. Ε, μετά άρχισαν τα καλαμπούρια, πόσο να κλάψουν κι αυτοί, μετά πείνασαν λίγο και πήγανε να τσιμπήσουνε κάτι.
  Μπήκα κάτω από το έδαφος και αναρωτήθηκα τι θα μπορούσα να κάνω για να περάσω την ώρα. Άρχισα να βαριέμαι. Τα άκρα μου έχουν μουδιάσει, οι ώμοι μου έχουν πιαστεί, ό,τι απέμεινε από τη μύτη μου με φαγουρίζει και ένας ποντικός μου ροκανίζει το αριστερό αφτί. Τα κλειστά μου μάτια τσούζουν. Και να τα άνοιγα θα ήταν το ίδιο. Πίσσα μαύρη. Δεν ακουγόταν τίποτα, νέκρα, εδώ και ώρα.
  Βέβαια, δεν ξέρω πόσος χρόνος έχει περάσει, αλλά πρέπει να είναι μετά τις δώδεκα το βράδυ και σήμερα συγκεκριμένα, θα μπορούσα να ορκιστώ ότι είναι η Βαλπουργιανή νύχτα. Γιατί, από τα κούφια κελύφη των σαλιγκαριών τώρα αντηχούν αρχαία ξόρκια, μουσική, παλιές ψαλμωδίες, που έχουν ρυθμό και τέμπο. Από τους διπλανούς τάφους, οι γείτονές μου παράγουν δονήσεις, που ταξιδεύουν και ακουμπούν την πλάτη μου, με τραντάζουν. Κατσαρίδες περπατάνε μπρος πίσω στο στέρνο μου, χορεύουν βαλς, αράχνες λικνίζονται από λεπτές κλωστές πάνω από τα μαλλιά μου, μικρά μυρμήγκια παίζουν κυνηγητό γύρω μου. Μια γιορτή με επίκεντρο το δικό μου σώμα. Τα σκουλήκια κουνιούνται μέσα από το δέρμα μου, κινούν το κορμί μου λες και είναι δικό τους. Χορεύω με τρόπους που μόνο ως πτώμα θα μπορούσα.
  Γίνομαι πολύ καλός στα πάρτι.

*Πάνος Κεραμεύς

ΑΛΛΕΣ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ

Πλαστικό γαρύφαλλο

Ελπίδα Μαθιουδάκη Περνά το κεφάλι της μέσα από το κιγκλίδωμα....

Η διάλεκτος

Όλα γύρω μιλούν μιαν άγνωστη διάλεκτο, που δεν θα μάθω ποτέ.   *γ.π.

2005 μ.Χ.

40 χρόνια μετά το 1965 μ.Χ. Είναι μια πραγματικά...

Μέλι ανθέων Αμοργού

γ.π. Στην αρχή έμοιαζε από μακριά σαν μια ρωγμή στον πάγκο...