ο Ιρανός με την κοτσίδα του περνά μεσ’ απ’ τη τζαμαρία του τετάρτου έφαγε και σήμερα βραστές πατάτες με βούτυρο κρατά τα μάτια του ερμητικά κλειστά κι εξαφανίζεται με μία πιρουέτα στο ισόγειο παίζει μία μπάντα βιολιστών βλέπω την αντανάκλασή τους στο παράθυρο φορούνε μόνο κάτι μαύρες μακριές φανέλες που φτάνουν λίγο πάνω από το γόνατο και ψάλλουν τα εξής: ήτο λιβάδι από χαρτί του Αγκιστρίου; ήτο εκείνος ο χειμών υπέρ το δέον φιλοπαίγμων; στην τρίτη επανάληψη άρχισαν να φυτρώνουν στους τοίχους δεκάδες πολύχρωμα σπυριά (πού χρόνος για να τα ποτίσουμε όλα τούτα;) οι μουσικοί παράτησαν τώρα και τα βιολιά και τις φανέλες θα μείνουν και σήμερα αγκαλιασμένοι όλη νύχτα στο κέντρο του φωταγωγού να κράζουν δυσαρμονικά: Ας παρατήσουμε το φαγητό να καίγεται Ας αφεθούμε να πεθάνουμε στην πείνα Ας αγνοήσουμε τα ρούχα που στοιβάζονται Έλα να περπατήσουμε γυμνοί στο χιόνι Έλα να σπαταλήσουμε τον άνθρακα και το νερό του κόσμου Δεν είμαστε το σώμα μας ούτε και η ψυχή μας Θα τραγουδάμε μέχρι να πιστέψει και ο τελευταίος άπιστος Στην έννοια της αιώνιας δαπάνης ∴ Πρίγκιψ Κρίνος Photo: p.krinos, «Αυτό που βλέπουμε, αυτό που μας κοιτάζει»