Τραγούδια μιας εξορίας

Μουσική φρεσκοβαμμένου δωματίου

Μεγάλωσα κάτω από τον καταγάλανο ουρανό και μεγάλα λευκά σύννεφα.
Επάνω στης σκεπής το κεραμίδι πορφυρένιο απ το παράθυρό μου,
Το γκρίζο πενταόροφο ξεθωριάζει
Η ασφάλτος σκουραίνει ηλιοθεραπεύεται,
Αν δεν είναι η ώχρα το πορτοκαλί το κίτρινο ή το μπεζ που θα ξαναπεράσουμε μπογιά,
ίσως μια μέρα, όταν θα είμαστε έτοιμοι, να πούμε όμορφα ψέματα ξανά.
Πράσινα φουστάνια απλώνουν τις φυλλωσιές τους στα δέντρα,
Στο βουνό απάνω η καρδιά ροδίζει,
Η πλαγιά του πιτσιλίζει δέντρα σ ένα πέπλο χρώμα, χώμα,
Περπατούν τα καστανά μαλλιά σου τα κάστρα του ανέμου,
Χορεύεται το λευκό σου χνούδι στις επάλξεις του,
Μωβιάζει το χταπόδι, ροδίζει το τριαντάφυλλο, το ένα κολλά στα δάχτυλα,
το άλλο κολλάει αγκάθια και κoκκινοσκούρο, μωφ φωτεινό, σταγονιάζει το αίμα.
Στην απλώστρα στεγνώνουν τα χρωματιστά σου παντελόνια,
Στην κάθε ώρα που κοντοζυγώνει την νύχτα
έχουν στεγνώσει εκατοντάδες παντελόνια,
Στον τοίχο έχουν χορέψει κάθε λογής σκιές
Έχουν λαμπυρίσει σαν πυροτεχνήματα, οι ακτίνες μέσα από τα παράθυρα,
Το τρένο ασπρίζει όταν ξεμακραίνω λαίμαργα από την πόλη,
Μοιάζει με σφαίρα χωρίς την γκριζοκάπνια παρελθόντος,
Πράσινο και μπλε χοροπηδούν μετά το κάθε ξέφωτο μετά το κάθε δέντρο,
Άσπρο και μαύρο αναβοσβήνουν μέσα στον τυφλοπόντικα,
τα φώτα ξεχασμένα από τον κόσμο, αναγνώστες μόνοι αρουραίοι, οδηγοί τρένων,
Τρελός αλλοπαρμένο πρόσχωμα συναισθήσεων χρωμάτων,
Οφθαλμών πανηγύρι αυγερινό φεσκοκίτρινο,
Πιστεύω ότι κάτι αληθινό συμβαίνει,

κεί που αντιτρέχει τη σκέψη βλέμμα που προφταίνει η ζέση του ξανθισμένου ήλιου,
η χαρά του χορτασμένου χορταριού του πρασινόδασους γαργαλιέται στις ωμοπλάτες,
η ενιγμάτωση της απουσίας,
το μαύρο φως της συνουσίας, σιωπής και φαντασίας,
Με μιαν γλώσσα απλή, όπως οι συμβουλές σας, αμόρφωτοι, γονείς μου αγαπημένοι,
Με τις στρώσεις της στοργής οσάν κοκκινολάχανο,
Μα λέξεις τόσες όσες κι οι ρώγες σταφυλών διαφανόλευκων,
Αμπελόκαμποι των παπούδων μου, ιδρώτα στην ώχρα της ταλαιπωριάς,
Γιαγιά αλησμόνητη χαμογέλα κι άλλο,

Τρύπες τόσες, όσες κ’ ικτερικές καστανόχλωμες γόπες
Σβήνουν στης μνήμης τους απλωμένους πρόποδες
Τα μονοπάτια, τα καλντερίμια λησμονεμένα
Η κόκκινη μνήμη,
λευκά κελευμένα, σπαραγματιές,
αμυδρά αναθυμημένα, ωπές, στροφοδίνες,
νεροχυτές λεξοσεντονιές, ανόητες νεύσεις που ψάχνουν τις γεύσεις,
του κόκκινου πάλι φιλιού, του μελαμψού κοριτσιού που πρωτοερωτεύτηκα,
του αμάνικου ροζ που φορούσα επαναστατημένου τρέντυ αγοριού,
μα καινούριες ερωμένες, ροδαλές μαγούλες φουρκίζουν μνημόνυσα σε λόγια ξεχασμένα,
Έλα που μάτι λεύθερο πάντα καλπάζει, την λάσπη πεδιώνει,
Σύνορα δεν χαμπαριάζει,
ρημάζει υψωμένες πινακίδες στο χρώμα της οξιάς,
πoιο νόημα να χωρέσει ο νους του,
αλαφιασμένο μάτι ψάχνεις το φως σκοταδιστό, ημερένιο,
αμερίμνο μάτι, τραγουδιστός σκοπός,
καβαλάρη που σάχνει στον οριζώνα ανταύγειες καινουργιές,
σαΐτες, βαθυπράσινη μούχλα φιδίσια στις ρωγματιές της ντουζιέρας,
σαΐτες, πορφυροκάρβουνος χολερός θυμός μιας αδικίας αδιάβαστης,
σαν είπες, μπλεδακρυένια θλίψη βραδυνή,

σαν είδες, μπλεχαρμένια γεύση γιορτινή,
σαΐτες, ασημένια χαίτη υστερινή χρονοσοφάτη,
σαν είπες, πρόθυμη γι αλλησβερίσια με κόκκινο κρασί,
σαν είδες, ότι σκέφτομαι απλά στοιβάζοντας βιβλιοδεσίες επιχρυσωμένες,
σαΐτες, σε διαμέρισμα γιαπί μ ένα παράθυρο μια σκεπή,
σαν είπες, ένα μπετομένο μπαρόκ τζάκι γκριζομελί,
αν είδες, αναρωτιέμαι, την γλώσσα μου ζωντανή, νεκρή;

Καθώς την γράφω την μιλώ σε χροιά διπλωματική,
Μπλε της σημαίας γραβάτα κοκκινογραμμωτή,
Αγγίζει κάπως η ασυναρτημένη μου λογοπλοκή,
Μοιραίο ξομολόγημα χωρίς κλησσιά, χωρίς γενειάδα ραβδωτή,
Ποιος να το ξέρει, μοναχά τούτοι
Που ζουν αναγκαία την δικιά τους ζωή,
Σκασμένες πατούσες ροδοκόκκινες αφησιές περπατητοί,
Στο μονοπάτι τ’ όμορφο το πολύχρωμο το γδαρτερό,
Που λέγαμε ζωή την λαλαδιάζαμε,
Και ‘γω το λέω πείραμα πέραμα πέρασμα
Που παίρνει χρώμα όποιο αν μόνο θέλεις, μέσα της να μπεις,
Ζωή που θέλεις όργασμα όργωμα όργανο,
Ζωή ψάχνεις τυφλούς που επινοούν τα χρώματά σου με βήματα,
Αποζωή συ ζέχνεις από άχνωτους άχρωμους αφηγητές δειλούς
Κάποια μέρα θα σου γράψουν το ποίημα που θες,
Θα λερωθούνε επιτέλους.

*Γιώργος Βασιλάκης

ΑΛΛΕΣ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ

του τάδε

Γεννήθηκε 29 Φλεβάρη τη μία χρονιά υπάρχει την άλλη δεν υπάρχει Κάθε...

Αγγελική Αμπελογιάννη, Πέντε ποιήματα

Άγγελοι Τους βρίσκω στην απουσία παραθύρων τοίχων και στις μιμόζες όπως...

Τα δέντρα στην Αθήνα

Τα δέντρα στην Αθήνα ρίχνουν τα φύλλα τους μετά...

Η τρύπα στον τοίχο

Η τρύπα του απορροφητήρα στον τοίχο της κουζίνας ήταν...