Σήμερα ένιωσα πάλι αυτή τη μοναξιά που νιώθουν τα παιδιά χωρίς καθρέφτες. Δεν ξέρω αν δεν αντισταθήκαμε αρκετά αλλά οι πόλεις μας γίνανε φυλακές και δεν έχει τίποτα το μοντέρνο αυτό μέσα. Είναι παλιό όσο παλιός είναι ο χρόνος διαλυμένος σε οχτάωρα Είναι παλιό όσο παλιά είναι τα σπίτια μας Είναι παλιό όσο οι ειδήσεις των οχτώ. Σήμερα η ζωή μου μοιάζει με τη ζωή σου, μοιάζει με τη ζωή της κοίτα όμως πόσο λίγο μοιάζει με ζωή. Κι όπως κλειδώνεις στις εννιά το φιλί που δε δώθηκε γυρνάει στην κλειδαριά το βήμα προς τα πίσω στη μέρα που τα κόλλησες τα οχτάωρα και τα 'πες απεργία στη μέρα που δανείστηκες τα χρώματα όπως δανείζονται τις λέξεις οι έρωτές μας και τον έβαψες τον τοίχο, σκούρο κίτρινο του ήλιου στη μέρα που χώρεσε τις αντιφάσεις της. Κάνεις να μην πέσεις αφού δε θες να πας στο φαρμακείο κι ούτε για δουλειά θες να πας όπως ποτέ δε θέλησες. Κι όπως ακροβατείς τσαλαπατιέσαι και λες απ' το κλειδί, να κρατηθώ απ' το κλειδί. Και δεν κρατιέσαι, άνθρωπε. Και πώς να κρατηθείς; Ε, αν αυτό σε παρηγορεί κι εγώ καθόλου δεν κρατιέμαι πια και τόσο θέλω να κοιμηθώ με ανοιχτά παράθυρα χωρίς να 'χουμε χούντα. Θάλεια Τ.