Η Νοσταλγία είναι ιδιόμορφη ερωμένη (καλοπληρωμένη πόρνη) Μυρωδιές καλοκαιριού γεύσεις χειμώνα καθίσματα με φίλους πιστούς συντρόφους στο άκρο της γλώσσας «Θυμάσαι τότε;» τα γέλια γίνονται δάκρυα Η Νοσταλγία είναι ιδιόμορφη εταίρα (πουτάνα πολυτάλαντη) Πληρώνεις με τον χρόνο σου την αναπόληση του χρόνου σου που πέρασε με χρόνο που περνάει για χρόνο που πέρασε χρόνος που θα περάσει Βήματα σε χιόνι έρωτας σε καταφύγια Ηρεμία ησυχία βλέμμα Σιβηρία Αποκλεισμός που δεν ήρθε ποτέ Το χέρι σου στο χέρι μου απληστία Ιδρώτας πυρετός να μην μπορείς να κοιμηθείς να μην μπορώ να κοιμηθώ να στριφογυρνάς εσύ το ίδιο και εγώ να 'σαι καυτή καυτός εγώ να ουρλιάζεις σ’ αγαπώ εγώ να σε μισώ Η Νοσταλγία είναι ρίγος δαχτύλων που μετρούν τους σπονδύλους Ανατρίχιασμα ανεπαίσθητο στο άνω χείλος χώμα φιλιά σε κούτελο ήχοι σε πεζούλι γλύκα Αλάνα και μια τσουγκράνα με την οποία χτύπησα το κεφάλι του αδερφού μου Την πάτησε ο παππούς μου και χτύπησε και το δικό του Μα εγώ γελάω μόνος Γιατί ανταλλάσσω τον χρόνο μου για τον χρόνο μου συχνά Η Νοσταλγία είναι η αγαπημένη μου ερωμένη Και με χουχουλιάζει στο στέρνο της Και το στέρνο μου μολύβι ασήκωτο Για τον ανείπωτο πόνο του ανεπιστρεπτί Η Νοσταλγία είναι η αγαπημένη μου ερωμένη και δεν το αποκάλυψα ποτέ για να μη γελάν μαζί μου που με γήτεψε αφού ξέρω πως δεν μ' αγαπά (αυτή δεν αγαπά κανέναν) Μετά τον οργασμό νιώθω πως θέλω να ουρλιάξω, να μπήξω τα νύχια στις κόγχες των ματιών να τα φέρω ίσα με τις πατούσες αντ’ αυτού την κοιτώ αποσβολωμένος μειδιάζοντας Ο πόνος του αποχωρισμού ισχυρότερος του έρωτα του ίδιου Γαμιόμαστε υπέροχα μα μόλις χύσω ντύνεται και φεύγει Κι θα ’θελα να ’μουν γλύπτης να την κάνω άγαλμα από φίλντισι να στέκει Ανησυχώ. Μήπως κάποια στιγμή τη φωνάζω και δεν έρχεται. *«Καταβρόχθισα ένα σμήνος πυγολαμπίδες να φωτίσω να δω στην ψυχή μου λιμνάζοντα νερά και λάσπες στα έγκατα των εντέρων μου αναρωτιέμαι τι χρώμα έχουν οι φλέβες μου, σιγομουρμουρισματα ενός βαρβάρου. Χρόνης»
**Φωτογραφία: Ioanna Spithouraki Photographer