Αποτραβήχτηκα πάλι σε μέρη
επιμελώς από τον κόσμο τον κοινό ασφαλισμένα
ρυθμίζοντας τα ρολόγια μου να είναι ασύμβατα με κοινότυπους ρυθμούς
γιατί εδώ, μέρα και νύχτα είναι ένα.
Εδώ χάμες ξημεροβραδιάζομαι μονάχος
σε κάμαρες κλειστές, δωμάτια σκοτεινά
σε...
Παντοδύναμη και άκαμπτη είν' η Θέλησή μου
-ετούτ' η πύρ·αμίς-
που η κορφή της χάνεται στους ουρανούς.
Πάνω της έχω κάψει τα ανδρείκελα των πόθων μου.
Παντοδύναμος κ' ολόρθος είν' ετούτος ο Φαλός της Θέλησής μου·
τον...
Στην εποχή του υδροχόου, αρρώστησε ο νους του από λαγνεία
την προσοχή του έχει μοναχά, στα μέλη τα ερωτικά
να τα κοιτά, να τ' ακουμπά, να τα φιλά.
Ο ουράνιος έρωτας, η θεϊκή μανία
μέσ' την...
Σήμερα το πρωί
μια κόκκινη τουλίπα φύτρωσε
(...)
την έκοψα
την έκαψα
την πάτησα
-δεν την αγάπησα-
Σήμερα το πρωί
μια ολόλευκη πεταλούδα πέταξε
(...)
την έπιασα
την έπνιξα
την έλιωσα
-δεν την πρόσεξα-
Βλέπετ' εγώ
μολύβι δε κρατώ
μήτε πέννα
(...)
αλλά κρατώ
κοχύλι αδειανό
μαχαίρι δίκοπο
-διττό-
«ίκαρος»
κρατώντας ικάρια απόσταση απ΄ τα κύματα
παρατηρώ πως ο πόθος διαστέλλει
τις κόρες των ματιών και των ανθρώπων
πως η λαγνεία και η ορμή που ο υδροχόος μοναχά...
Δύο παχύσαρκοι τοξοβόλοι,
φέροντας ενδύματα και τίτλους μασoνίας
κατασκοπεύουν τις σκιές των κουνουπιών τα βράδια.
Τις αιχμαλωτίζουν και τις βαλσαμώνουν.
Ένας μαύρος σκύλος,
καθοδηγούμενος από το φόβο του θανάτου
πηγαίνει βόλτα το λουρί του.
Το περιφέρει σαν τρόπαιο.
«Καλό λουρί,...
Ο Αγαθός Βασιλιάς
δε θανατώνεται ποτέ,
δεν αποθνήσκει.
Το προσωπείο του θανάτου δε γνωρίζει.
Μονάχα υπό το φόβο του αντιπάλου στρατού
-του σκοτεινού του εαυτού-
ασφυκτιά και παραδίνεται,
αποδέχεται κι αφήνεται.
Ωώ! Μα δείτε τον τώρα πως μπορεί
παρτίδα νέα να...
Με ηλεχροφόρα σύρματα
εχώρισα τον ουρανό σε αμέτρητα τετράγωνα.
Σε κάθε τετράγωνο έδωσα κ' από ένα όνομα.
Το ένα ήταν Το Σύννεφο
το άλλο ήταν Ο Αέρας
εκείνο λεγόταν Το Άσπρο.
Ύστερα κρυμμένος πίσω από κρέατα
κρυφοκοίταξα μέσα 'πο...