Σαν ήμουν μικρός συχνά φαντασιωνόμουν πως είμαι πρωταγωνιστής σε διάφορες μικρές ηρωικές ιστορίες. Άλλοτε γλίτωνα κάποιο σκυλάκι από ένα φλεγόμενο σπίτι κι άλλοτε το μωράκι του γείτονα από βέβαια πτώση από τον τέταρτο. Πολλές φορές προστάτευα το πιο όμορφο κορίτσι του σχολείου από ένα τσούρμο αλήτες που την παρενοχλούσαν, ενώ μια φορά είχα βουτήξει στον παγωμένο Σαρωνικό, για να σώσω μια γιαγιά που σκόνταψε από το πλοίο.
Χθες το μεσημέρι είχα την ιδανική ευκαιρία να ενσαρκώσω έναν από αυτούς τους ηρωικούς ρόλους της παιδικής μου φαντασίας. Η Λυδία είχε βγάλει βόλτα τον Λούθερ κι εγώ ήμουν στο μπαλκόνι και πότιζα τα λουλούδια. Ξαφνικά ένας υπόκωφος ήχος σκέπασε το βουητό της πόλης. Το κτίριο άρχισε να σείεται, το μπαλκόνι να χοροπηδάει. Χορεύαμε στον ρυθμό των ρίχτερ, δεν υπήρχε αμφιβολία πια!
Η δόνηση κράτησε αρκετά δευτερόλεπτα, και ενώ ακόμα διαρκούσε, εγώ διατήρησα την ψυχραιμία μου και άρχισα να καταστρώνω το πλάνο μου. Η καθιερωμένη –πλην σαρωτική– αυτή επίσκεψη του Εγκέλαδου μπορούσε να με ανακηρύξει ήρωα της διπλανής πόρτας. Δε φρόντισα λοιπόν να προστατεύσω τον εαυτό μου με το να κρυφτώ κάτω από το τραπέζι, αλλά μπήκα μέσα στο σαλόνι προσπαθώντας να αφουγκραστώ ήχους και φωνές από διπλανά διαμερίσματα.
Ο σεισμός ήταν πολύ ισχυρός. Παρατήρησα κάποια βιβλία που είχαν πέσει από τη βιβλιοθήκη, αλλά δεν ήταν αυτά η προτεραιότητά μου τώρα. Η πολυκατοικία είναι παλιά, σίγουρα κάποιο από τα γειτονικά διαμερίσματα θα αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα. Η προσοχή μου εστιάστηκε στο διαμέρισμα της κυρα-Φρόσως. Ένας τοίχος μάς χωρίζει και την έχω πάντα στον νου μου. Κόλλησα το αυτί μου στον τοίχο και προσπάθησα να αλιεύσω κάποια κραυγή βοήθειας.
Στη μετασεισμική (και εν πολλοίς μεταφυσική) αυτή σιγή μού φάνηκε πως άκουσα μέσα από τα τρομοκρατημένα ντουβάρια έναν πνιγμένο λυγμό αγωνίας. Η κυρα-Φρόσω το δίχως άλλο. Χρειαζόταν βοήθεια κι εγώ ήμουν εκεί για αυτήν. «Μη φοβάσαι, κυρά-Φρόσω, έρχομαι!» Έτρεξα προς την κουζίνα να βρω κάποιο εργαλείο να παραβιάσω την πόρτα της. Όμως το μείγμα αγωνίας και ανυπομονησίας που με κυβερνούσε εκείνη τη στιγμή εξασθένησε την παρατηρητικότητά μου. Το βάζο με τα λουλούδια, που βρισκόταν στο τραπέζι, είχε πέσει από τον σεισμό και είχε γίνει θρύψαλα. Τρέχοντας λοιπόν γλίστρησα στα νερά πατώντας ταυτόχρονα μερικά από τα γυαλιά. Βρέθηκα χωρίς να το καταλάβω φαρδύς πλατύς στο πάτωμα!
Πέρασα αρκετά δευτερόλεπτα ξαπλωμένος, δίχως να κουνιέμαι, υποφέροντας από την πτώση και τα κοψίματα. Τη στιγμή εκείνη άνοιξε την πόρτα η Λυδία. Μόλις με είδε σωριασμένο στο πάτωμα έμπηξε τις φωνές. Προφανώς θεώρησε πως κάτι με χτύπησε την ώρα του σεισμού. Έσκυψε πάνω μου και άρχισε να επεξεργάζεται τα τραύματά μου, ενώ με ρωτούσε επανειλημμένα αν έχω χτυπήσει στο κεφάλι. Ο Λούθερ άρχισε να γλείφει τα πόδια μου για να σηκωθώ.
Λίγα δευτερόλεπτα αργότερα από την ανοιχτή πόρτα του διαμερίσματος μπήκε η κυρά-Φρόσω, που είχε ακούσει τις φωνές της Λυδίας, κρατώντας στην αγκαλιά το εγγονάκι της. «Χριστέ μου, το παιδί!!!» ούρλιαξε κι εκείνη, μόλις με αντίκρισε. Αισθάνθηκα ανήμπορος και παραιτημένος. Απλώς αφέθηκα στις περιποιήσεις τους. Έχουν κι οι ήρωες της διπλανής πόρτας τις άτυχες στιγμές τους.
δ.δρυς