Con man furtiva
quante miserie conobbi aiutai.
–L. I. & G.G.
Λατρεύω το μπλε μου περίβλημα· με βοηθά να αποφεύγω την πραγματικότητα -αγαπημένη μου ασχολία. Ποτέ δεν κατάλαβα γιατί αρέσκομαι ιδιαίτερα να πιστεύω κάτι που δεν είμαι ή πως γράφοντας δύο αράδες μπορώ να εκφραστώ, αφού δεν έχω τίποτα δικό μου να εκφράσω. Έστω.
Έτσι, καθώς με ανοίγεις, θα το διαπιστώσεις και μόνος. Σκοτωμένο μπλε μόνο θα βρεις. Πόσο απέχει, άραγε, από το μαύρο; Έρχεσαι από μακριά –ή μήπως ήσουν δίπλα;- για να βουτήξεις. Δώσε μου το χέρι σου, θα κατέβουμε μαζί· σε αυτόν τον υπόγειο χώρο βασιλεύει η ησυχία. Μόνο, αν μπορείς, γδύσε τα χρώματα σου. Θα διαλυθούν. Μην φοβάσαι, πλησίασε· γυμνοί και διάφανοι όπως είμαστε τώρα, σίγουρα μπορείς να δεις πιο καθαρά πίσω από τα μαλλιά και πάνω στο λαιμό, τον παγωμένο μπλε λωτό. Κρατά ό,τι πολύτιμο· κάθε σταγόνα και μία αναγαλλίδα. Μην τον ακουμπήσεις, πρόσεχε. Εκεί θα φυλάξω και τον δικό σου πόνο. Η αφομοίωση –λένε- οδηγεί στην κάθαρση· αυτό το λίγο έχω να προσφέρω.
Δεν θα μπορώ να απαντήσω. Είναι που για εκείνα τα μικρά λεπτά, θα ζω μέσα από εσένα, και στη δυστυχία κανείς, πρέπει να σωπαίνει. Θα είμαι λοιπόν η Ελίζαμπεθ κι εσύ η Άλμα. Ίσως πάλι –ποιος ξέρει-, μου τρυπούν τις φωνητικές χορδές –κάποιος καλοήθης σίγουρα θα είναι- τα βράδια όταν πρόκειται για τέτοιες συναντήσεις, και μένω μετά βουβή για μέρες. Παρασιτικές συναισθηματικές συνήθειες· είναι κι αυτό ένα πρόβλημα προσωπικό. Βέβαια, αν έρθεις λίγο πιο κοντά, ίσως καταφέρω να σου ψιθυρίσω κι εγώ κάτι. Μα ναι, πως πέρασε η ώρα, ντύσου. Εγώ θα ανέβω αργότερα, πρέπει να μείνω λίγο ακόμη· έχω να θρηνήσω τον χαμένο χρόνο σου εδώ.
Όχι, αδύνατον. Πώς θα μπορούσα να πνιγώ. Εξάλλου, έχω το μαύρο νήμα που μου άφησες, θα μου κρατήσει συντροφιά μέχρι ν’ αποκρυσταλλωθεί. Μα ακόμη κι έτσι αν γίνει, ίσα δυο ρυτίδες που θα εμφανιστούν στην επιφάνεια των πραγμάτων, μικρές και κυκλικές έως ότου σβήσουν σιωπηλά. Κανείς άλλωστε, δεν έπαψε να υπάρχει επειδή έχασε μια σκιά σε μπλε απόχρωση.
-Ποιοι είμαστε, τέλος πάντων, για να απαιτούμε τη γνώση των χρωμάτων;
Α.Τ.