Παράγραφοι απ’ το βιβλίο που δε θα τελειώσω [3]

Παράγραφοι απ’ το βιβλίο που δε θα τελειώσω [3]

Βαθύ καλοκαίρι. Όλα θολά. Η πόλη το μεσημέρι, απ’ το μπαλκόνι του προαστίου, καπελωμένη θόλο κιτρινωπό. Μαντεύεται ζέστη, προμηνύονται θύελλες παρά την πρόσκαιρη νηνεμία. Μια στιγμή προτού στάξει ο πρώτος κόμπος ιδρώτα, σου ’ρχεται η πολύ συγκεκριμένη, μα τόσο πάντα απροσδιόριστη αίσθηση του déjà vu. Έξι χρονών σέρνεσαι ξέγνοιαστος στο μωσαϊκό της κουζίνας, ώσπου να ετοιμαστεί το φαγητό κι είναι όλα προδιαγεγραμμένα ήδη ή βρίσκεσαι ξαναμμένος σ’ ένα αθηναϊκό διαμέρισμα κάπου στη δεκαετία του ’80, είσαι ο ήρωας απ’ τη «Ρεβάνς» και γλυκαίνεσαι παραζαλισμένος στα πουπουλένια χάδια της Γιώτας Φέστα, μέχρι να ’ρθει ο άλλος ο μαλάκας και να αναγκαστείς να τρυπήσεις σπάζοντας τον τοίχο.

Η θερμοπληξία και οι παρενέργειες, οι παρενέργειες που ενίοτε οδηγούν σε παραισθήσεις. Η Μίρκα κουκουλωμένη στα σκεπάσματα να ψήνεται στον πυρετό, δεκαπέντε Ιούλη ακριβώς. Αυτό το κορίτσι, μια ζωή ανάποδο. Συναγωνίζεται τις θερμοκρασίες του καύσωνα. Εξωτερική θερμοκρασία 37ο C, το δικό της το θερμόμετρο 38. Πιστεύω σε κείνη. Ούτως ή άλλως, οι μετεωρολόγοι κινδυνολογούν και τα φουσκώνουν πάντα. Η Μίρκα απεναντίας ποτέ.

Διγ.

 

*φωτογραφία: Η Μίρκα στις Κυκλάδες

Author

Ο Διγ. νομίζει ότι στο παιδικό του δωμάτιο είχε αφίσες του Μαρξ, του Βάλτερ Μπένγιαμιν, του Γιώργου Μαζωνάκη και του Γιώργου Καραγκούνη. Η μόνη που δυόμισι δεκαετίες τώρα δεν έχει αποκαθηλωθεί είναι του Μαζωνάκη. Γι’ αυτό είναι σίγουρος. Ακόμη, έφαγε πάρα πολύ ξύλο για να μάθει γράμματα και ως εκδίκηση σπουδάζει εννιά χρόνια τώρα. Συμπαθεί τις λέξεις με αρχικό γράμμα το βήτα, όπως βιρτουόζος, βανδαλισμοί, βαρυσήμαντα, βότκα και Βλαδιβοστόκ, ενώ αποστρέφεται εκείνες που ξεκινούν από κάπα, όπως καπιταλισμός, κόλαση, κολαούζος, καλλίπυγος και κατενάτσιο. Το μόνο που τον παρηγορεί είναι η απαρασάλευτη πίστη του στην αλτουσεριανή ρήση κατά την οποία: «το μέλλον διαρκεί πολύ».