Η μεγάλη εικόνα της ζωής μας συνοψίστηκε ξανά στη μελαγχολία της Κυριακής.
Κόλλαγε η γλώσσα σου όταν πρόφερες τ’ αμύγδαλα, «μα δεν έφαγα αμύγδαλα» έγραφες κι έλεγες, και τώρα έχω αυτή τη γεύση την πικρή. Μόνο τη λέξη ‘αμύγδαλα’ σ’ ακούω εξακολουθητικά να ψιθυρίζεις.
Οι φωτογραφίες πόλαροϊντ ξεθώριασαν. Τις κατάπιε η έκρηξη του χρώματος, έγιναν, με τον καιρό, τελείως μαύρες ή τελείως λευκές, απώλεσαν μορφές και αποχρώσεις. Σε λίγο θα τις ροκανίσουν τα σκουλήκια.
Πρόωρη ζέστη και νηνεμία αποπνιξίας. Ζημιογόνος ατμόσφαιρα στα περίχωρα των Εξαρχείων. Φαντάζομαι τη Μαργαρίτα Καραπάνου, στρουμπουλή, τρυφερή και ασταθή, όπως ακριβώς μου την είχες δείξει, να χαριεντίζεται στο μπαλκόνι με τον Χρήστο Βακαλόπουλο. Καλύτερα κανείς τους να μην είχε γράψει τίποτα, καλύτερα να ήταν εξαντλημένοι κι οι δυο από μυριάδες δεκαετίες. Αυτοί οι δύο μας κάναν τη ζημιά. Εγώ νόμιζα πως είσαι η Μίρκα και συ είχες την εντύπωση πως βγαίνεις με τον Αλκιβιάδη. Θεαματικό στραπάτσο, αν μη τι άλλο.
Αν δεν μου έρθει σφοδρή επιθυμία για θάνατο κάποια από τις προσεχείς Κυριακές, θα τα πούμε λογικά στην Πάτμο·
Διγ.
φωτογραφία: ε.β.